Τρίτη 25 Μαΐου 2010

Τον πνίγει το... δίκιο του εργοδότη


Ο κ. ΒΓΕΝΟΠΟΥΛΟΣ ΕΒΓΑΛΕ ΚΙΟΛΑΣ ΤΟ ΔΙΚΟ ΤΟΥ ΠΟΡΙΣΜΑ
ΓΙΑ ΤΗ ΔΟΛΟΦΟΝΙΚΗ ΠΥΡΚΑΓΙΑ ΣΤΗ MARFIN ΤΗΣ ΟΔΟΥ ΣΤΑΔΙΟΥ



Με μια ολοσέλιδη καταχώριση στις ημερήσιες (19/5) εφημερίδες, μηδέ των εφημερίδων που διανέμονται δωρεάν εξαιρουμένων, ο κ. Α. Βγενόπουλος βγάζει το δικό του πόρισμα για τη δολοφονική πυρκαγιά στο κατάστημα της οδού Σταδίου της Marfin.
Από α­νη­συ­χία (ή ε­φη­συ­χα­σμό; – θα δεί­ξει...) για την πο­ρεία των δι­κα­στι­κών ε­ρευ­νών, ο κ. Βγε­νό­που­λος ε­πι­χει­ρεί με έ­να προ­σω­πι­κό «μή­νυ­μα προς ό­λους τους ερ­γα­ζό­με­νους της τρά­πε­ζας», το ο­ποίο μοιά­ζει πε­ρισ­σό­τε­ρο με... διάγ­γελ­μα προς τον ελ­λη­νι­κό λαό, να ε­πη­ρεά­σει α­πο­φα­σι­στι­κά τη δια­μόρ­φω­ση της κοι­νής γνώ­μης και να βά­λει τη δι­κή του σφρα­γί­δα στην ερ­μη­νεία των τρα­γι­κών γε­γο­νό­των της 5ης Μαΐου. Για­τί, ό­ποιο κι αν εί­ναι το πό­ρι­σμα της δι­κα­στι­κής έ­ρευ­νας, ό­ση δη­μο­σιό­τη­τα κι αν πά­ρει αυ­τό, εί­ναι βέ­βαιο ό­τι δεν θα μπο­ρέ­σει να υ­περ­κα­λύ­ψει την πα­νά­κρι­βη ε­πι­κοι­νω­νια­κή ε­πί­θε­ση του κ. Βγε­νό­που­λου, που θα πρέ­πει να κό­στι­σε έ­να σω­ρό λε­φτά στους με­τό­χους της Marfin.

Δεν σιωπά ούτε μπροστά
σε τάφους

Ο τρό­πος με τον ο­ποίο α­ντι­με­τω­πί­ζει την ό­λη υ­πό­θε­ση, μάλ­λον δια­ψεύ­δει την ε­κτί­μη­σή μας («Επο­χή» 9/5) ό­τι η α­λα­ζο­νεία του κ. Βγε­νό­που­λου εί­ναι συ­γκρί­σι­μη με την α­λα­ζο­νεία ό­σων έ­βα­λαν τη δο­λο­φο­νι­κή φω­τιά. Ο κ. Βγε­νό­που­λος δεν συ­γκρί­νε­ται με τί­πο­τα και με κα­νέ­ναν. Αν ε­κεί­νοι λού­φα­ξαν τρο­μαγ­μέ­νοι α­πό το μέ­γε­θος της πρά­ξης τους, αυ­τός δεν έ­χει τέ­τοιες α­να­στο­λές. Τον πνί­γει το δί­κιο του ερ­γο­δό­τη, δεν μπο­ρεί να σω­πά­σει –ού­τε μπρο­στά σε τά­φους.
«Ολοκλήρωσα σήμερα τη δική μου έρευνα για τις συνθήκες», μας πληροφορεί από τις πρώτες κιόλας αράδες. Χωρίς να αφήνει αμφιβολία ότι βαθιά του πεποίθηση είναι πως, σε μια κοινωνία όπου ιδιωτικοποιούνται τα πάντα, θα μπορούσε κάλλιστα να ιδιωτικοποιηθεί και η απονομή δικαιοσύνης. Γιατί όχι;
Στο «μή­νυ­μά» του ξε­χω­ρί­ζουν, έ­στω κι αν εί­ναι δευ­τε­ρεύου­σας ση­μα­σίας εν προ­κει­μέ­νω, οι ε­ξορ­γι­στι­κές για κά­θε νοή­μο­να, προ­σπά­θειές του να α­γιο­γρα­φή­σει τον ε­αυ­τό το και την ε­ται­ρία του ως «πα­ρά­δειγ­μα ερ­γο­δο­σίας που έ­χει ά­ρι­στες σχέ­σεις με την πλειο­ψη­φία των ερ­γα­ζο­μέ­νων», τα αι­τή­μα­τα των ο­ποίων «ι­κα­νο­ποιού­νται πά­ντα, στο βαθ­μό που αυ­τό εί­ναι ε­φι­κτό»! Και η ο­ποία δεν θέ­τει «ο­ποια­δή­πο­τε μορ­φής ε­μπό­δια για ό­ποιον ερ­γα­ζό­με­νο θέ­λει να α­περ­γή­σει». Τυμ­βω­ρυ­χώ­ντας, μά­λι­στα, γρά­φει ό­τι «Οι δια­σω­θέ­ντες συ­νά­δελ­φοι με δια­βε­βαιώ­νουν ό­τι ου­δείς τους πίε­σε ή τους πιέ­ζει να μην α­περ­γή­σουν» (Γιάν­νης κερ­νά­ει και Γιάν­νης πί­νει...)

Είναι υπερήφανος

Φτά­νει στο ση­μείο δε να εμ­φα­νί­σει το κα­τά­στη­μα της ο­δού Στα­δίου σαν... αυ­το­δια­χει­ρι­ζό­με­νο, ό­που οι ερ­γα­ζό­με­νοι, χω­ρίς διεύ­θυν­ση, χω­ρίς ερ­γο­δο­σία, α­πο­φα­σί­ζουν αν θα μεί­νει α­νοι­χτό ή αν θα κλεί­σει: «Όταν α­νη­σύ­χη­σαν α­πό την ε­πί­θε­ση στο α­πέ­να­ντι βι­βλιο­πω­λείο, πή­ραν την α­πό­φα­ση ό­τι ή­ταν πιο α­σφα­λές να μεί­νουν μέ­σα στο κα­τά­στη­μα». Εξαν­τλώ­ντας, μά­λι­στα, ο­ποια­δή­πο­τε ό­ρια α­νο­χής της α­λα­ζο­νι­κής συ­μπε­ρι­φο­ράς του δη­λώ­νει γι’ αυ­τούς: «Εί­μαι υ­πε­ρή­φα­νος (...) που την ώ­ρα που οι δο­λο­φό­νοι χτυ­πού­σαν με βα­ριο­πού­λες το τζά­μι, το πρώ­το μέ­λη­μά τους ή­ταν να βά­λουν τις ε­πι­τα­γές των πε­λα­τών στο χρη­μα­το­κι­βώ­τιο», χα­ρα­κτη­ρί­ζο­ντας την κί­νη­ση αυ­τή «γεν­ναία πρά­ξη»!
Το ση­μα­ντι­κό και κύ­ριο, ω­στό­σο, στο «μή­νυ­μα» – διάγ­γελ­μα του κ. Βγε­νό­που­λου εί­ναι ό­τι έ­βγα­λε ή­δη το δι­κό του πό­ρι­σμα. Όχι μό­νο για τη στά­ση των υ­παλ­λή­λων (και ά­ντε να τον δια­ψεύ­σουν...), αλ­λά και για την ε­πάρ­κεια των μέ­τρων α­σφα­λείας του κα­τα­στή­μα­τος, για την ύ­παρ­ξη ε­ξό­δου κιν­δύ­νου (που δεν χρη­σι­μο­ποιή­θη­κε – για­τί ά­ρα­γε;), για το εί­δος του ε­μπρη­σμού («μη συ­νη­θι­σμέ­νες βόμ­βες μο­λό­τοφ» και «ει­δι­κό εύ­φλε­κτο υ­λι­κό, που προ­κα­λεί ά­με­σα πυ­κνό κα­πνό και συν­θή­κες α­σφυ­ξίας»).

Με τον παρά του

Ή, λοι­πόν, έ­χει πά­ρα πο­λύ κα­λή πρό­σβα­ση στο υ­λι­κό του α­να­κρι­τι­κού της Πυ­ρο­σβε­στι­κής και στα αρ­χεία των α­να­κρι­τι­κών αρ­χών, ή με­τεί­χε κι ο ί­διος στις έ­ρευ­νες, πράγ­μα που α­πα­γο­ρεύε­ται α­πό το νό­μο.
Ή –και το πι­θα­νό­τε­ρο– α­πλώς ο κ. Βγε­νό­που­λος ε­πι­χει­ρεί να προ­κα­τα­λά­βει και την έ­ρευ­να, αλ­λά και την κοι­νή γνώ­μη, πι­στεύο­ντας ό­τι «με τον πα­ρά του και την κυ­ρά του» μπο­ρεί να κά­νει ό,τι θέ­λει. Πο­λύ πε­ρισ­σό­τε­ρο την κοι­νή γνώ­μη και τη δι­καιο­σύ­νη...
Γι’ αυ­τό και η­χούν υ­πο­κρι­τι­κά, με­τά α­πό ό­λα αυ­τά και άλ­λα τέ­τοια δα­κρύ­βρε­κτα, ό­σα ως ε­πί­λο­γο στο πό­νη­μά του α­να­φέ­ρει για την α­νά­γκη «να ε­ξε­τα­σθεί με η­ρε­μία, ει­λι­κρί­νεια, και σε βά­θος α­πό ό­λες τις αρ­μό­διες αρ­χές» η υ­πό­θε­ση.
Εκεί­νο που δεν μας λέει, ό­μως, εί­ναι για­τί μπή­κε στον κό­πο και στα έ­ξο­δα να στεί­λει στο πα­νελ­λή­νιο το «μή­νυ­μά» του δια­τα­ράσ­σο­ντας την η­ρε­μία, την ει­λι­κρί­νεια και τη σε βά­θος ε­ξέ­τα­ση της υ­πό­θε­σης. Και, βέ­βαια, α­πο­φεύ­γει να μας πει, ε­πί­σης, αν δε­σμεύε­ται να κά­νει την ί­δια α­κρι­βώς δα­πά­νη για να δη­μο­σιευ­τεί πα­ντού το πό­ρι­σμα των α­να­κρι­τι­κών αρ­χών, εάν και ε­φό­σον εί­ναι ε­πι­βα­ρυ­ντι­κό για την ερ­γο­δο­σία της Marfin.


Χ. Γ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: