Δευτέρα 31 Μαΐου 2010

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Με την απάνθρωπη επίθεσή του στα καράβια που μετέφεραν ανθρωπιστική βοήθεια στην αποκλεισμένη Γάζα, που είχε ως αποτέλεσμα 10 τουλάχιστον άνθρωποι να χάσουν τη ζωή τους και δεκάδες να τραυματιστούν, η κυβέρνηση του Ισραήλ έδρασε ξανά και επισήμως, ως πειρατής.
Παραβιάζοντας κάθε έννοια διεθνούς δικαίου, απαγορεύει την ελεύθερη διακίνηση στη Μεσόγειο, χρησιμοποιεί στρατιωτική βία εναντίον άοπλων πολιτών και μάλιστα στα διεθνή χωρικά ύδατα. Εμποδίζει κάθε μορφή ανθρωπιστικής βοήθεια να φτάσει στους λιμοκτονούντες Παλαιστίνιους. Όσα προσχηματικά υποστηρίζει είναι για να καλύψει τη βαρβαρότητα της συμπεριφοράς του.
Και ενώ έλληνες πολίτες που μετέχουν στην αποστολή πέφτουν θύματα της ισραηλινή βίας, η ελληνική κυβέρνηση δεν κάνει τίποτε για να προστατεύει τη ζωή τους. Απεναντίας συνεχίζει τις κοινές αεροπορικές ασκήσεις με το Ισραήλ!
Ο ΣΥΡΙΖΑ καταδικάζει τη δολοφονική επίθεση του Ισραήλ. Υποστηρίζει σταθερά το δικαίωμα των Παλαιστίνιων να έχουν κράτος και να ζουν όπως όλοι οι πολίτες του κόσμου. Για αυτό και στην αποστολή συμμετείχαν στελέχη του, φίλοι του και βουλευτές του. Η έμπρακτη συμμετοχή στο διεθνές κίνημα που συνεισφέρει στη δικαίωση του παλαιστινιακού λαού θα συνεχιστεί. Επίσης καλεί την κυβέρνηση να παρέμβει άμεσα για την προστασία της ζωής των μελών της αποστολής που απειλείται.
Ο ΣΥΡΙΖΑ καλεί τους φίλους να ενισχύσουν με την παρουσία τους τη συγκέντρωση διαμαρτυρίας, που καλείται σήμερα στις 7 το απόγευμα μπροστά στην ισραηλινή πρεσβεία στην Αθήνα και στις 6 το απόγευμα στην καμάρα στη Θεσσαλονίκη.

Αθήνα 31 Μαη 2010

Το γραφείο Τύπου

Οι μετανάστες φεύγουν;


Η ανεργία, η ακρίβεια και η φτώχεια χτυπά τις πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες


Τον τελευταίο μήνα δεκάδες άρθρα έχουν δημοσιευτεί με το γενικό τίτλο «Η κρίση διώχνει τους μετανάστες», τίτλοι που μετονομάστηκαν σε «Ουδέν κακόν αμιγές καλού» από τις ακροδεξιές εφημερίδες «Χρυσή Αυγή», «Ελεύθερη Ώρα», «Στόχος» κ.λπ. Η εικόνα που περιγράφεται παρουσιάζει γεμάτα λεωφορεία με μετανάστες, κυρίως από την Αλβανία, να επιστρέφουν στη χώρα τους, ως οικονομικοί μετανάστες για μία ακόμα φορά. Ποια είναι η πραγματικότητα, ωστόσο; Ελλείψει επίσημων στατιστικών στοιχείων επικοινωνήσαμε με μεταναστευτικές κοινότητες, προκειμένου να μας μεταφέρουν τη δική τους αίσθηση. Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι οι μετανάστες «χωρίς χαρτιά» από τις ασιατικές χώρες και την Αφρική έχουν μία τάση φυγής προς άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ενώ οι μετανάστες από τα Βαλκάνια, προσπαθούν να παραμείνουν στην Ελλάδα.

Παλεύουμε να μείνουμε εδώ, δεν υπάρχουν δουλειές στη χώρα μας

«Για τους μετανάστες είναι δύσκολη η απόφαση να γυρίσουν πίσω», τονίζει ο Ερβίν Σέχου, από το Φόρουμ Αλβανών Μεταναστών. «Μετά τους Ολυμπιακούς, 50.000 Αλβανοί, που δούλευαν στα έργα, βρέθηκαν άνεργοι. Η γυναικεία εργασία συντηρεί την οικογένεια. Οι μετανάστες από τις εμπόλεμες ζώνες (Ιράν, Αφγανιστάν, Ιράκ κ.λπ.) μένουν πολλοί μαζί και έτσι αν κάποιος δουλεύει μπορεί να εξασφαλίσει φαγητό και στους υπόλοιπους. Πρόκειται για κοινοτική μετανάστευση. Ενώ η μετανάστευση των Αλβανών είναι ατομική-οικογενειακή. Επομένως είναι πιο δύσκολο να επιβιώσει η οικογένεια αν οι γονείς δεν εργάζονται. Τους τελευταίους μήνες έχει αυξηθεί η ανεργία, έχουν μειωθεί τα μεροκάματα αλλά είναι πολύ δύσκολο για τους οικονομικούς μετανάστες να αποφασίσουν να γυρίσουν πίσω».
«Η κρίση χτύπησε περισσότερο τους άντρες που δούλευαν στην οικοδομή και τις γυναίκες που καθαρίζουν σπίτια», συμπληρώνει η Γαλήνη Κάκου Μασλούκ, από την Κοινότητα «Ουκρανοελληνική Σκέψη». «Υπάρχει μία τάση φυγής σε άλλες χώρες, που μπορούν να πάρουν υπηκοότητα, όπως ισχύει και για τους Έλληνες. Είναι δύσκολη η επιβίωση των μεταναστών στην Ελλάδα, όπως και στην Ιταλία. Επιστρέφουμε, όλο και περισσότερο, στον εργασιακό μεσαίωνα. Η κρίση αγγίζει όλους τους εργαζόμενους, έλληνες και μετανάστες. Η μόνη διαφορά είναι ότι οι μετανάστες υποχρεώνονται να πληρώνουν ολόκληρη την ασφάλισή τους, ακόμα και το μέρος των εργοδοτών. Πιστεύω ότι ένας μέσος έλληνας θα αδυνατούσε να πληρώσει όσα ζητάνε στους μετανάστες. Γι’ αυτό η κρίση έχει χτυπήσει πιο άμεσα εμάς. Εάν δεν πληρώσουμε τα ένσημα δεν θα μπορέσουμε να ανανεώσουμε την άδεια παραμονής».

Οι μετανάστες είναι
η πρώτη ομάδα απόλυσης

Η κρίση, λοιπόν, όπως παρουσίασε και ο ΟΟΣΑ την περασμένη βδομάδα, αυξάνει κάθετα την ανεργία. Συγκεκριμένα η ανεργία αυξήθηκε κατά 2,6% φέτος φτάνοντας το 12,1%, ενώ προβλέπεται αντίστοιχη αύξηση του χρόνου αγγίζοντας το 14,3%. «Η πρώτη ομάδα εργαζομένων που επηρεάζεται από την κρίση είναι οι μετανάστες. Αυτοί είναι και η πρώτη ομάδα απόλυσης», υπογραμμίζει ο Ελίας Αχμέν, από την Ένωση Εργαζομένων Μεταναστών Μπαγκλαντές. «Τους τελευταίους τρεις μήνες τα μεροκάματα έπεσαν από 30 ευρώ στα 15-20 ευρώ ενώ αυξήθηκαν και οι ώρες δουλειάς. Οι περισσότεροι μετανάστες «χωρίς χαρτιά» είναι απλήρωτοι. Οι εργοδότες τους, τους δίνουν περίπου 200 ευρώ για να βγάλουν το μήνα. Όσοι έχουν τη δυνατότητα φεύγουν για άλλες χώρες. Ωστόσο, οι περισσότεροι που κατάγονται από ασιατικές χώρες έχουν υποχρεώσεις, πρέπει να στείλουν χρήματα στην οικογένειά τους πίσω και έτσι δεν μπορούν να κάνουν διαφορετικά. Μένουν εδώ έστω και με αυτά τα ελάχιστα χρήματα. Ορισμένοι, όμως, δεν έχουν καταφέρει ούτε μία τέτοια δουλειά να βρουν με αποτέλεσμα να τους κάνουν έξωση και να μένουν στις πλατείες».
«Τους τελευταίους 4 μήνες 400 Πακιστανοί γύρισαν πίσω στη χώρα τους», παρατηρεί ο Αχμέντ Μονίρ, από την Πακιστανική Κοινότητα. «Οι επόμενοι μήνες θα είναι οι πιο δύσκολοι. Το καλοκαίρι δεν υπάρχουν δουλειές. Κλείνουν τα εργοστάσια και οι αγροτικές δουλειές αρχίζουν πάλι το χειμώνα. Δεν υπάρχουν δουλειές και όποιος βρίσκει δουλεύει 11 ώρες για 15 ευρώ. Στην επαρχία οι εργοδότες μάς βρίσκουν κάπου να μείνουμε, αλλά το φαγητό μας το πληρώνουμε εμείς. Τι να περισσέψει;»
Οι μετανάστες και οι πρόσφυγες είναι οι πρώτοι που έχουν πληγεί από την οικονομική κρίση. Ακολουθούν παράλληλα και οι Έλληνες. Σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή οι άνεργοι (μετανάστες και έλληνες) αυξάνονται κατά 38.145 το μήνα. Σήμερα έχουν καταγραφεί 605.277 άνεργοι. Ένας στους τρεις νέους (έως 24 ετών) είναι άνεργος. Η ανεργία στην Ελλάδα είναι η τέταρτη υψηλότερη στην Ευρωζώνη, μετά την Ισπανία, τη Σλοβακία και την Ιρλανδία. Τελικά το ζήτημα δεν είναι αν θα φύγουν οι μετανάστες από τη χώρα αλλά ποιος θα παραμείνει, αφού καθώς φαίνεται τάσεις φυγής καταγράφονται από όλες τις εθνικότητες. Η κρίση δεν αποτελεί ένα «αναγκαίο καλό» για να φύγουν οι «λαθραίοι», όπως θέλει να πιστεύει η άκρα δεξιά αλλά μία τραγική πραγματικότητα που θέτει πλέον θέμα επιβίωσης ανεξαρτήτως ηλικίας, οικογενειακής κατάστασης, εθνικότητας.

Ιωάννα Δρόσου

Δελτίου Τύπου της πρωτοβουλίας Ένα Καράβι για τη Γάζα


Τα ξημερώματα της Κυριακής 31 Μαίου, στις 4:50, ειδικές δυνάμεις του ισραηλινού στρατού, επιβαίνοντας σε ελικόπτερα και φουσκωτά σκάφη επιτέθηκαν ενάντια στα σκάφη του Στόλου της Ελευθερίας, κάνοντας χρήση πραγματικών πυρών.

Το αποτέλεσμα της πειρατικής αυτής επίθεσης, που έγινε σε διεθνή χωρικά ύδατα, 80 ναυτικά μίλια μακριά από τις ακτές του Ισραήλ και της Γάζας, ήταν τουλάχιστον 2 νεκροί και περισσότεροι από 30 τραυματίες, κυρίως στο τουρκικό σκάφος Mavi- Marmara.

Καταγγέλλουμε το κράτος-τρομοκράτη του Ισραήλ για μια ακόμη πράξη διεθνούς πειρατείας ενάντια σε πολίτες από τουλάχιστον 50 χώρες που μετέφεραν ανθρωπιστική βοήθεια στην πολιορκημένη Γάζα.

Η ελληνική κυβέρνηση όχι μόνο δεν έκανε τίποτα για να προστατεύσει τη ζωή και την ασφάλεια ελλήνων πολιτών που επέβαιναν σε σκάφη που έφεραν την ελληνική σημαία, αλλά συνεχίζει τις κοινές στρατιωτικές ασκήσεις με το Ισραήλ, την ίδια στιγμή που αυτό καταλαμβάνει ελληνικό έδαφος και κακοποιεί έλληνες πολίτες. Ελληνες επιβαίνοντες, μέλη της ελληνικής αποστολής και εκπρόσωποι της πρωτοβουλίας «Ένα Καράβι για την Γάζα» καλούσαν στο Υπουργείο Εξωτερικών και έβρισκαν τα τηλέφωνα κλειστά.

Απαιτούμε από την ελληνική κυβέρνηση:

να ενεργήσει για την άμεση απελευθέρωση όλων των αιχμαλώτων και την επιστροφή των σκαφών του Στόλου της Ελευθερίας

να κλείσει την πρεσβεία του Ισραήλ

να σταματήσει τις ελληνοισραηλινές ασκήσεις, να διακόψει κάθε σχέση με το κράτος-τρομοκράτη.


Καλούμε σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας σήμερα, στις 7μμ έξω από την ισραηλινή πρεσβεία.

Τρίτη 25 Μαΐου 2010

ΦΟΙΤΗΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ


Ανταλλαγές ψηφοφόρων ΔΑΠ και ΠΑΣΠ
Αύξηση των αριστερών παρατάξεων



Με σχετική αύξηση της αποχής, περίπου 4%, διεξάχθηκαν οι φετινές φοιτητικές εκλογές, μία μέρα πριν την πανεργατική απεργία της Πέμπτης. Για άλλη μία φορά οι παρατάξεις δεν «συμφωνούν» στα συγκεντρωτικά αποτελέσματα, ωστόσο συνηγορούν -με ποσοστιαίες αποκλίσεις- στα εξής:
* Η ΔΑΠ, για 25η χρονιά, διατηρεί την πρωτιά αν και η δύναμή της καταγράφεται με αισθητή μείωση της τάξης του 2,5%.
* Η ΠΑΣΠ αύξησε το ποσοστό της, περίπου, 2,6%. Η μόνη παράταξη που διαφωνεί είναι η αιώνια αντίπαλος η ΔΑΠ που «δίνει» αύξηση 0,75%
* Η ΠΚΣ έχασε περίπου 0,5%, σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά
* Τα ΕΑΑΚ αυξήθηκαν κατά προσέγγιση 0,49%. Η ΠΑΣΠ και η ΔΑΠ τζογάρουν το ποσοστό των ΕΑΑΚ δίνοντας αύξηση 1% και 0,22% αντίστοιχα.
* Η ΑΡΕΝ αύξησε την παρουσία της στα ΑΕΙ κατά περίπου 0,5% ενώ «έπεσε» στα ΤΕΙ

Ενδιαφέροντα συμπεράσματα
...αδιαφορία για την κυβερνητική πολιτική



ην Τε­τάρ­τη διε­ξήχ­θη­σαν οι φοι­τη­τι­κές ε­κλο­γές. Στη συ­γκυ­ρία της κρί­σης που βιώ­νου­με έ­χει εν­δια­φέ­ρον να δού­με τι συ­σχε­τι­σμοί δια­μορ­φώ­νο­νται στο φοι­τη­τι­κό σώ­μα. Ένα πρώ­το και εύ­κο­λο συ­μπέ­ρα­σμα έ­χει να κά­νει με τη μείω­ση της συμ­με­το­χής στις ε­κλο­γές, πρό­κει­ται για τη πλή­ρη ταύ­τι­ση των φοι­τη­τών με την πο­λι­τι­κή κρί­ση που φαί­νε­ται να υ­πάρ­χει και στην υ­πό­λοι­πη κοι­νω­νία. Δεν πρό­κει­ται ό­μως μό­νο για α­πα­ξίω­ση της κε­ντρι­κής πο­λι­τι­κής αλ­λά και του φοι­τη­τι­κού συν­δι­κα­λι­σμού. Στο κομ­μά­τι των με­τα­βο­λών της πο­λι­τι­κής ε­πιρ­ροής των πα­ρα­τά­ξεων έ­χου­με με­γά­λη πτώ­ση της ΔΑ­Π, αύ­ξη­ση των πο­σο­στών της ΠΑ­ΣΠ, μι­κρή πτώ­ση της ΠΚΣ και μι­κρή αύ­ξη­ση των πο­σο­στών Ε­ΑΑΚ και Α­ΡΕΝ. Πα­ρό­μοια ει­κό­να ε­πι­κρά­τη­σε και στα ΤΕΙ , η αύ­ξη­ση της α­πο­χής πο­σο­στιαία ή­ταν α­κό­μα με­γα­λύ­τε­ρη α­πό αυ­τή των Α­ΕΙ. Οι με­τα­βο­λές στα πο­σο­στά των πα­ρα­τά­ξεων στα ΤΕΙ ή­ταν ί­διες άλ­λα μι­κρό­τε­ρες α­πό αυ­τές των Α­ΕΙ, η μό­νη δια­φο­ρε­τι­κή με­τα­βο­λή α­πό τα Α­ΕΙ ή­ταν η μι­κρή πτώ­ση της Α­ΡΕΝ.
Όταν έ­χου­με μειω­μέ­νη συμ­με­το­χή στις φοι­τη­τι­κές ε­κλο­γές συ­νή­θως λέ­με ό­τι κερ­δί­ζει ο κα­λύ­τε­ρός μη­χα­νι­σμός, σε αυ­τό το πλαί­σιο τα α­πο­τε­λέ­σμα­τα μπο­ρούν να ι­δω­θούν και α­πό την ελ­πι­δο­φό­ρα πλευ­ρά τους. Πα­ρό­τι ή­ταν α­ντι­πα­ρά­θε­ση μη­χα­νι­σμών, οι δυ­νά­μεις που λει­τουρ­γούν με αυ­τούς τους ό­ρους έ­χα­σαν. Οι δυ­νά­μεις του δι­κομ­μα­τι­σμού μέ­σα στα πα­νε­πι­στή­μια έ­χα­σαν, ο­ρια­κά αλ­λά έ­χα­σαν, αν και το παι­χνί­δι ή­ταν στα μέ­τρα τους. Με­τα­ξύ των ΠΑ­ΣΠ και ΔΑΠ προ­φα­νώς τον κα­λύ­τε­ρό μη­χα­νι­σμό τον έ­χει η πα­ρά­τα­ξή που βρί­σκε­ται στη κυ­βέρ­νη­ση, η ΔΑΠ εί­ναι λο­γι­κό να μην μπο­ρεί να α­ντέ­ξει ορ­γα­νω­τι­κά αυ­τή την α­ντι­πα­ρά­θε­ση, πλη­ρώ­νει τις συ­νέ­πειες της ήτ­τας της Νέ­ας Δη­μο­κρα­τίας στις ε­θνι­κές ε­κλο­γές.
Από την άλ­λη στο κοι­νω­νι­κό πλαί­σιο που βιώ­νου­με ό­λες τις τε­λευ­ταίες μέ­ρες δεν μπο­ρού­με πά­ρα να χα­ρα­κτη­ρί­ζου­με ως α­πο­τυ­χία το γε­γο­νός ό­τι ο εκ­πρό­σω­πος της κυ­βέρ­νη­σης στα πα­νε­πι­στή­μια βγαί­νει κερ­δι­σμέ­νος α­πό αυ­τή την ε­κλο­γι­κή μά­χη. Χρέ­ος της α­ρι­στε­ράς εί­ναι να κα­τα­φέ­ρει να με­τα­φέ­ρει την κε­ντρι­κή πο­λι­τι­κή α­ντι­πα­ρά­θε­ση στο φοι­τη­τι­κό συν­δι­κα­λι­σμό, να κα­τα­φέ­ρει να πεί­σει ό­τι τα μέ­τρα κυ­βέρ­νη­σης-ΔΝΤ μας α­φο­ρούν, μι­λώ­ντας συ­γκε­κρι­μέ­να για τις ε­πι­πτώ­σεις που θα έ­χει η οι­κο­νο­μι­κή πο­λι­τι­κή της κυ­βέρ­νη­σης στην εκ­παί­δευ­ση και το ερ­γα­σια­κό μέλ­λον που θέ­λουν να δια­μορ­φώ­σουν. Ακό­μα να α­πο­κα­λύ­πτει το ρό­λο της ΠΑ­ΣΠ σε αυ­τή την α­ντι­πα­ρά­θε­ση, το ό­τι πρό­κει­ται για τη φω­νή της κυ­βέρ­νη­σης μέ­σα στα πα­νε­πι­στή­μια, πά­ρα το «α­ρι­στε­ρό» προ­φίλ που θέ­λει να δεί­χνει, η πι­στή στο μο­νό­δρο­μο των κυ­βερ­νη­τι­κών μέ­τρων και της προ­σφυ­γής στο ΔΝΤ δεν εί­ναι εύ­κο­λο να κρυ­φτεί, ό­πως και οι ερ­μη­νείες που δί­νει για τους λό­γους που ο­δή­γη­σαν στη κρί­ση εί­ναι χα­ρα­κτη­ρι­στι­κές της α­ντί­λη­ψης τους.
Ιδιαί­τε­ρο εν­δια­φέ­ρον έ­χει η για δεύ­τε­ρη συ­νε­χό­με­νη χρο­νιά η πτώ­ση της ΠΚΣ. Σε έ­να βαθ­μό μάλ­λον πλη­ρώ­νει α­κό­μα τη στά­ση που κρά­τη­σε το Δε­κέμ­βρη του 2008 σε συν­δυα­σμό με την πα­ντε­λή πλέ­ον έλ­λει­ψη αυ­το­νο­μίας α­πό τον κομ­μα­τι­κό της φο­ρέα.
Στη κρί­ση του φοι­τη­τι­κού συν­δι­κα­λι­σμού που βιώ­νου­με η α­ρι­στε­ρά ο­φεί­λει να δώ­σει α­πα­ντή­σεις και αυ­τό δεν εί­ναι εύ­κο­λο. Εί­ναι α­πα­ραί­τη­το να ξα­να­δού­με τις δο­μές του φοι­τη­τι­κού κι­νή­μα­τος κα­θώς και τα δο­μι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά των ί­διων των α­ρι­στε­ρών πα­ρα­τά­ξεων, για να μην δού­με και του χρό­νου τη συμ­με­το­χή στις ε­κλο­γές να πέ­φτει.

Τζί­μης Αργυ­ρός

Ένα μέτωπο (μα ποιο μέτωπο;) για μια αλλαγή (μα ποια αλλαγή;)

Η ανακοίνωση της ΚΟΕ (17/5) δίνει τροφή για σκέψεις. Ευχάριστες ή δυσάρεστες, εξαρτάται από ποια σκοπιά βλέπει κάποιος τα πράγματα.
Τιτλοφορείται «Για ένα μέτωπο αλλαγής» και υπόσχεται ότι «τις επόμενες μέρες η ΚΟΕ θα καταθέσει μια ανοικτή πρόταση συγκρότησης ενός μετώπου αλλαγής της πορείας προς την κοινωνική καταστροφή».
Θα περιμένουμε, βέβαια, την κατάθεση της πρότασης με την ελπίδα ότι θα αποσαφηνίζει πολλά μετέωρα ερωτήματα, που θέτει η χρήση του όρου «αλλαγή» χωρίς οποιοδήποτε επιθετικό προσδιορισμό. Χρήση που η αριστερά, ιδίως η κομμουνιστική, αποφεύγει συνήθως.
Ως τότε, όμως, θα ήταν χρήσιμο να θέσουμε μερικά ερωτήματα, που μπορεί να βοηθήσουν τη συζήτηση.
Αρκεί ο προσδιορισμός ενός μετώπου ως «ανοικτό, πλατύ, λαϊκό» ή της στοχοθεσίας του: «ανατροπή ενός πολιτικού συστήματος ξεπερασμένου, ληστρικού, διεφθαρμένου»;
Αρκεί η περιγραφή «το μέτωπο δεν περιορίζεται στην αριστερά, αφορά τις δυνάμεις, κοινωνικές ή πολιτικές, που επιδιώκουν την πραγματική αντιπαράθεση με το χρεοκοπημένο πολιτικό σύστημα και τις πολιτικές ασφυξίας που εφαρμόζονται»;

Ένα μέτωπο με ποια μέτωπα;

Αν δεν περιορίζεται στην αριστερά ένα τέτοιο μέτωπο, ποιες άλλες πολιτικές δυνάμεις προβλέπεται να συμπεριλάβει; Κι αν αφορά «κοινωνικές ή πολιτικές δυνάμεις», το διαζευτικό «ή» γράφτηκε εκ παραδρομής, ή σημαίνει ότι θα συναχθούν στο μέτωπο άλλοι μεν ως πολιτικές δυνάμεις, δηλαδή συγκροτημένοι ως πολιτικά υποκείμενα, και άλλοι ως κοινωνικές, που μπορεί να σημαίνει και ως «κόσμος» (του ΠΑΣΟΚ, για παράδειγμα, όπως καταχρηστικά λέγεται εν τη ρύμη του λόγου μας συχνά); Πράγμα που θα προσομοίαζε επικίνδυνα με τα σεχταριστικής έμπνευσης μέτωπα, τα οποία συχνά μας προτείνει το ΚΚΕ με θαυμαστή συνέπεια.
Οι διευκρινίσεις αυτές είναι πολύ περισσότερο αναγκαίες, γιατί στην ανακοίνωση της ΚΟΕ δεν γίνεται σαφές ποια είναι η σχέση ανάμεσα στο προτεινόμενο «μέτωπο αλλαγής» και το υφιστάμενο «Μέτωπο Ανατροπής και Αλληλεγγύης». Το «μέτωπο αλλαγής» θα διαδεχθεί το «Μέτωπο Ανατροπής»; Το «Μέτωπο Ανατροπής» θα συμπράξει με άλλες δυνάμεις εντός του «μετώπου αλλαγής»; Και ποια θα είναι η σχέση όλων αυτών με τον ΣΥΡΙΖΑ; Το «Μέτωπο Ανατροπής» είναι κομμάτι του ΣΥΡΙΖΑ και καλεί τον όλο ΣΥΡΙΖΑ στο «μέτωπο αλλαγής»; Θα επιθυμούσε να συνυπάρχει μ’ αυτόν στο «μέτωπο», ή μήπως θα ήθελε να αντικαταστήσει τον ήδη παραπαίοντα (και με δική μας ευθύνη) ΣΥΡΙΖΑ εντός του προτεινόμενου «μετώπου»;

Με ποια αριστερά;

Και μια που αναφέραμε τον ΣΥΡΙΖΑ, ποια είναι η εκτίμηση της ΚΟΕ (και όχι μόνο) για το μέχρι σήμερα κοινό μας σπίτι;
Είναι, εκ πρώτης όψεως, η απαξιωτική μέχρι μηδενισμού εκτίμηση που επιφυλάσσει η ανακοίνωση για την αριστερά εν γένει; «Κατά τη γενική απεργία της 5/5, όπου η κατακραυγή για το πολιτικό σύστημα ήταν πάνδημη, και η αριστερά ήταν μέσα στο κάδρο της απαξίωσης», εκτιμά η ανακοίνωση της ΚΟΕ. Συνεπώς, μάλλον δεν εξαιρείται ο ΣΥΡΙΖΑ.
Πώς γίνεται, όμως, αυτή η αριστερά να τοποθετείται στο κάδρο της απαξίωσης και να είναι η ίδια που έκανε το παν για να είναι πάνδημη η κατακραυγή στις 5/5 και να παρίσταται αυτοπροσώπως, σύσσωμη, σωματικά παρούσα σ’ αυτή την πάνδημη κατακραυγή; Να είναι αναπόσπαστο μέρος της, η ίδια και όχι μόνο «ο κόσμος της»;
Η απάντηση που δίνει η ανακοίνωση της ΚΟΕ δεν είναι σαφής και απαλλαγμένη αντιφάσεων: «Στην εποχή που είμαστε και με την αριστερά που υπάρχει, δεν περιμένουμε ότι η αριστερά θα σώσει την κοινωνία. Ανάποδα, η κοινωνία είτε θα αναδείξει άλλο ρόλο για την αριστερά, είτε θα την περιθωριοποιήσει»...
Αν αντιλαμβανόμαστε ορθά αυτή την αποστροφή, η αριστερά, στο σύνολό της, όχι μόνο δεν μπορεί να ελπίζει ότι θα «σώσει» την κοινωνία, αλλά δεν φαίνεται ικανή ούτε τον εαυτό της να διασώσει. Η μόνη ελπίδα της είναι η κοινωνία, η οποία μοιάζει να αναπτύσσει με την αριστερά μια μάλλον εργαλειακή σχέση.
Η αριστερά κινείται σε κάποιο παράλληλο σύμπαν με αυτό της κοινωνίας, ή μήπως είναι σαρξ εκ της σαρκός της; Η πολιτικά συγκροτημένη αριστερά προκύπτει ως πολιτική έκφραση μιας κοινωνίας -για την ακρίβεια, κάποιων τάξεων- μέσα στην κοινωνία, ή βρίσκεται κάπου αλλού και περιμένει να της ανατεθεί από την κοινωνία κάποιος ρόλος;

Υπαινιγμοί πρωτοπορίας

Μήπως η απαξιωτική αποστροφή αυτή δεν αφορά το σύνολο της αριστεράς, αλλά υποθέτει σιωπηρή εξαίρεση ενός πρωτοπόρου τμήματός της; Το οποίο, προφανώς, συνειδητοποίησε γρηγορότερα και καθαρότερα από τα άλλα την κοινωνική ανάγκη και την ανάγκη του αντίστοιχου οδηγητικού ρόλου; Σ’ αυτή την περίπτωση, δεν πρόκειται για μια κοινωνία που αναδεικνύει έναν «άλλο ρόλο» για την αριστερά, αλλά μάλλον για ένα τμήμα της αριστεράς, που της τον υποδεικνύει.
Αν είναι έτσι, χωράει πολλή συζήτηση. Αν τεθεί, όμως, το ζήτημα με τους σχεδόν σωτηριολογικούς όρους της ανακοίνωσης (ποιος «σώζει» ποιον κ.τλ.), η συζήτηση μάλλον κινδυνεύει να παρεκτραπεί σ΄ ένα χωρίς νόημα κουβεντολόι γύρω από το ελάχιστα προωθητικό ερώτημα ποιο ακριβώς τμήμα της αριστεράς κατέχει τη συνταγή για το «μοναδικό δρόμο ελπίδας και διεξόδου». Ήδη το επίθετο «μοναδικός» ηχεί παράξενα μέσα στο κενό που αφήνει η διαπίστωση της ανακοίνωσης ότι έχουμε μια συνολικά απαξιωμένη αριστερά.

Μας χρειάζεται ο ΣΥΡΙΖΑ;

Η μόνη βεβαιότητα που διακηρύξαμε ότι έχουμε όλοι όσοι συνδημιουργήσαμε τον ΣΥΡΙΖΑ, ήταν πως κανείς μας δεν είχε την παραλυτική βεβαιότητα ότι κατέχει την απόλυτη αλήθεια ή τη μοναδική. Γι’ αυτό, άλλωστε, αποφασίσαμε να συμπράξουμε, μήπως και τη γεννήσουμε -μαζί με την ελπίδα μιας ενότητας σε στέρεη βάση. «Χώρος διαλόγου και κοινής δράσης» ονομάστηκε το πρώτο μας βήμα. Άλλαξε κάτι από τότε, τουλάχιστον ως προς αυτή την υπόθεση;
«Τα ερωτήματα περί διάσπασης, νέου φορέα ή ψηφοδελτίου, αποχώρησης από τον ΣΥΡΙΖΑ κ.λπ., αν δεν είναι κατευθυνόμενα, είναι αφελή», υποστηρίζεται στην ανακοίνωση της ΚΟΕ ως πρωθύστερη απάντηση στο σχετικό ερώτημα. Γιατί τόση διπλωματικότητα, όμως, στις διατυπώσεις;
Ας υποθέσουμε ότι δεν είναι κατευθυνόμενα. Γιατί θα έπρεπε να είναι απλώς «αφελή»; Δεν θα μπορούσε να είναι «ψευδή», «αναληθή», «αβάσιμα», «αστήριχτα», «κακόβουλα»... Είναι τόσο πλούσια η ρημάδα η γλώσσα μας, που η αβίαστη χρήση της θα μπορούσε να βάλει τους πάντες στη θέση τους.
Δεν χρωστάμε, άραγε, όλοι μας μια ευθεία απάντηση σε όλους τους συντρόφους και τις συντρόφισσες, σε όλους τους αγωνιστές και τις αγωνίστριες, που πίστεψαν και πιστεύουν στον ΣΥΡΙΖΑ και έδωσαν κομμάτια απ’ τη ζωή τους γι’ αυτόν;

Χ. Γεωργούλας

Τον πνίγει το... δίκιο του εργοδότη


Ο κ. ΒΓΕΝΟΠΟΥΛΟΣ ΕΒΓΑΛΕ ΚΙΟΛΑΣ ΤΟ ΔΙΚΟ ΤΟΥ ΠΟΡΙΣΜΑ
ΓΙΑ ΤΗ ΔΟΛΟΦΟΝΙΚΗ ΠΥΡΚΑΓΙΑ ΣΤΗ MARFIN ΤΗΣ ΟΔΟΥ ΣΤΑΔΙΟΥ



Με μια ολοσέλιδη καταχώριση στις ημερήσιες (19/5) εφημερίδες, μηδέ των εφημερίδων που διανέμονται δωρεάν εξαιρουμένων, ο κ. Α. Βγενόπουλος βγάζει το δικό του πόρισμα για τη δολοφονική πυρκαγιά στο κατάστημα της οδού Σταδίου της Marfin.
Από α­νη­συ­χία (ή ε­φη­συ­χα­σμό; – θα δεί­ξει...) για την πο­ρεία των δι­κα­στι­κών ε­ρευ­νών, ο κ. Βγε­νό­που­λος ε­πι­χει­ρεί με έ­να προ­σω­πι­κό «μή­νυ­μα προς ό­λους τους ερ­γα­ζό­με­νους της τρά­πε­ζας», το ο­ποίο μοιά­ζει πε­ρισ­σό­τε­ρο με... διάγ­γελ­μα προς τον ελ­λη­νι­κό λαό, να ε­πη­ρεά­σει α­πο­φα­σι­στι­κά τη δια­μόρ­φω­ση της κοι­νής γνώ­μης και να βά­λει τη δι­κή του σφρα­γί­δα στην ερ­μη­νεία των τρα­γι­κών γε­γο­νό­των της 5ης Μαΐου. Για­τί, ό­ποιο κι αν εί­ναι το πό­ρι­σμα της δι­κα­στι­κής έ­ρευ­νας, ό­ση δη­μο­σιό­τη­τα κι αν πά­ρει αυ­τό, εί­ναι βέ­βαιο ό­τι δεν θα μπο­ρέ­σει να υ­περ­κα­λύ­ψει την πα­νά­κρι­βη ε­πι­κοι­νω­νια­κή ε­πί­θε­ση του κ. Βγε­νό­που­λου, που θα πρέ­πει να κό­στι­σε έ­να σω­ρό λε­φτά στους με­τό­χους της Marfin.

Δεν σιωπά ούτε μπροστά
σε τάφους

Ο τρό­πος με τον ο­ποίο α­ντι­με­τω­πί­ζει την ό­λη υ­πό­θε­ση, μάλ­λον δια­ψεύ­δει την ε­κτί­μη­σή μας («Επο­χή» 9/5) ό­τι η α­λα­ζο­νεία του κ. Βγε­νό­που­λου εί­ναι συ­γκρί­σι­μη με την α­λα­ζο­νεία ό­σων έ­βα­λαν τη δο­λο­φο­νι­κή φω­τιά. Ο κ. Βγε­νό­που­λος δεν συ­γκρί­νε­ται με τί­πο­τα και με κα­νέ­ναν. Αν ε­κεί­νοι λού­φα­ξαν τρο­μαγ­μέ­νοι α­πό το μέ­γε­θος της πρά­ξης τους, αυ­τός δεν έ­χει τέ­τοιες α­να­στο­λές. Τον πνί­γει το δί­κιο του ερ­γο­δό­τη, δεν μπο­ρεί να σω­πά­σει –ού­τε μπρο­στά σε τά­φους.
«Ολοκλήρωσα σήμερα τη δική μου έρευνα για τις συνθήκες», μας πληροφορεί από τις πρώτες κιόλας αράδες. Χωρίς να αφήνει αμφιβολία ότι βαθιά του πεποίθηση είναι πως, σε μια κοινωνία όπου ιδιωτικοποιούνται τα πάντα, θα μπορούσε κάλλιστα να ιδιωτικοποιηθεί και η απονομή δικαιοσύνης. Γιατί όχι;
Στο «μή­νυ­μά» του ξε­χω­ρί­ζουν, έ­στω κι αν εί­ναι δευ­τε­ρεύου­σας ση­μα­σίας εν προ­κει­μέ­νω, οι ε­ξορ­γι­στι­κές για κά­θε νοή­μο­να, προ­σπά­θειές του να α­γιο­γρα­φή­σει τον ε­αυ­τό το και την ε­ται­ρία του ως «πα­ρά­δειγ­μα ερ­γο­δο­σίας που έ­χει ά­ρι­στες σχέ­σεις με την πλειο­ψη­φία των ερ­γα­ζο­μέ­νων», τα αι­τή­μα­τα των ο­ποίων «ι­κα­νο­ποιού­νται πά­ντα, στο βαθ­μό που αυ­τό εί­ναι ε­φι­κτό»! Και η ο­ποία δεν θέ­τει «ο­ποια­δή­πο­τε μορ­φής ε­μπό­δια για ό­ποιον ερ­γα­ζό­με­νο θέ­λει να α­περ­γή­σει». Τυμ­βω­ρυ­χώ­ντας, μά­λι­στα, γρά­φει ό­τι «Οι δια­σω­θέ­ντες συ­νά­δελ­φοι με δια­βε­βαιώ­νουν ό­τι ου­δείς τους πίε­σε ή τους πιέ­ζει να μην α­περ­γή­σουν» (Γιάν­νης κερ­νά­ει και Γιάν­νης πί­νει...)

Είναι υπερήφανος

Φτά­νει στο ση­μείο δε να εμ­φα­νί­σει το κα­τά­στη­μα της ο­δού Στα­δίου σαν... αυ­το­δια­χει­ρι­ζό­με­νο, ό­που οι ερ­γα­ζό­με­νοι, χω­ρίς διεύ­θυν­ση, χω­ρίς ερ­γο­δο­σία, α­πο­φα­σί­ζουν αν θα μεί­νει α­νοι­χτό ή αν θα κλεί­σει: «Όταν α­νη­σύ­χη­σαν α­πό την ε­πί­θε­ση στο α­πέ­να­ντι βι­βλιο­πω­λείο, πή­ραν την α­πό­φα­ση ό­τι ή­ταν πιο α­σφα­λές να μεί­νουν μέ­σα στο κα­τά­στη­μα». Εξαν­τλώ­ντας, μά­λι­στα, ο­ποια­δή­πο­τε ό­ρια α­νο­χής της α­λα­ζο­νι­κής συ­μπε­ρι­φο­ράς του δη­λώ­νει γι’ αυ­τούς: «Εί­μαι υ­πε­ρή­φα­νος (...) που την ώ­ρα που οι δο­λο­φό­νοι χτυ­πού­σαν με βα­ριο­πού­λες το τζά­μι, το πρώ­το μέ­λη­μά τους ή­ταν να βά­λουν τις ε­πι­τα­γές των πε­λα­τών στο χρη­μα­το­κι­βώ­τιο», χα­ρα­κτη­ρί­ζο­ντας την κί­νη­ση αυ­τή «γεν­ναία πρά­ξη»!
Το ση­μα­ντι­κό και κύ­ριο, ω­στό­σο, στο «μή­νυ­μα» – διάγ­γελ­μα του κ. Βγε­νό­που­λου εί­ναι ό­τι έ­βγα­λε ή­δη το δι­κό του πό­ρι­σμα. Όχι μό­νο για τη στά­ση των υ­παλ­λή­λων (και ά­ντε να τον δια­ψεύ­σουν...), αλ­λά και για την ε­πάρ­κεια των μέ­τρων α­σφα­λείας του κα­τα­στή­μα­τος, για την ύ­παρ­ξη ε­ξό­δου κιν­δύ­νου (που δεν χρη­σι­μο­ποιή­θη­κε – για­τί ά­ρα­γε;), για το εί­δος του ε­μπρη­σμού («μη συ­νη­θι­σμέ­νες βόμ­βες μο­λό­τοφ» και «ει­δι­κό εύ­φλε­κτο υ­λι­κό, που προ­κα­λεί ά­με­σα πυ­κνό κα­πνό και συν­θή­κες α­σφυ­ξίας»).

Με τον παρά του

Ή, λοι­πόν, έ­χει πά­ρα πο­λύ κα­λή πρό­σβα­ση στο υ­λι­κό του α­να­κρι­τι­κού της Πυ­ρο­σβε­στι­κής και στα αρ­χεία των α­να­κρι­τι­κών αρ­χών, ή με­τεί­χε κι ο ί­διος στις έ­ρευ­νες, πράγ­μα που α­πα­γο­ρεύε­ται α­πό το νό­μο.
Ή –και το πι­θα­νό­τε­ρο– α­πλώς ο κ. Βγε­νό­που­λος ε­πι­χει­ρεί να προ­κα­τα­λά­βει και την έ­ρευ­να, αλ­λά και την κοι­νή γνώ­μη, πι­στεύο­ντας ό­τι «με τον πα­ρά του και την κυ­ρά του» μπο­ρεί να κά­νει ό,τι θέ­λει. Πο­λύ πε­ρισ­σό­τε­ρο την κοι­νή γνώ­μη και τη δι­καιο­σύ­νη...
Γι’ αυ­τό και η­χούν υ­πο­κρι­τι­κά, με­τά α­πό ό­λα αυ­τά και άλ­λα τέ­τοια δα­κρύ­βρε­κτα, ό­σα ως ε­πί­λο­γο στο πό­νη­μά του α­να­φέ­ρει για την α­νά­γκη «να ε­ξε­τα­σθεί με η­ρε­μία, ει­λι­κρί­νεια, και σε βά­θος α­πό ό­λες τις αρ­μό­διες αρ­χές» η υ­πό­θε­ση.
Εκεί­νο που δεν μας λέει, ό­μως, εί­ναι για­τί μπή­κε στον κό­πο και στα έ­ξο­δα να στεί­λει στο πα­νελ­λή­νιο το «μή­νυ­μά» του δια­τα­ράσ­σο­ντας την η­ρε­μία, την ει­λι­κρί­νεια και τη σε βά­θος ε­ξέ­τα­ση της υ­πό­θε­σης. Και, βέ­βαια, α­πο­φεύ­γει να μας πει, ε­πί­σης, αν δε­σμεύε­ται να κά­νει την ί­δια α­κρι­βώς δα­πά­νη για να δη­μο­σιευ­τεί πα­ντού το πό­ρι­σμα των α­να­κρι­τι­κών αρ­χών, εάν και ε­φό­σον εί­ναι ε­πι­βα­ρυ­ντι­κό για την ερ­γο­δο­σία της Marfin.


Χ. Γ.

Η μη εκλογή του Φώτη Κουβέλη άνοιξε νέο κύκλο αντιπαράθεσης

Την περασμένη Κυριακή η εφημερίδα “Αυγή” φιλοξένησε τον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο του ΣΥΡΙΖΑ Φώτη Κουβέλη. Όταν ο δημοσιογράφος τον ρώτησε τι πρέπει να αποσαφηνίσει το συνέδριο του Συνασπισμού για τον ΣΥΡΙΖΑ, ο Φ. Κουβέλης επανέλαβε για πολλοστή φορά ότι ο ΣΥΝ δεν πρέπει να διολισθήσει στη διαμόρφωση ενός ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος θα έχει δομές κόμματος. Στη συνέχεια απάντησε καταφατικά στην ερώτηση αν φοβάται την εκδοχή της διάσπασης του Συνασπισμού. “Ναι” είπε. “Στο βαθμό που τα χαρακτηριστικά του ΣΥΝ -αριστερός ευρωπαϊσμός, εμμονή στο δημοκρατικό δρόμο για τον σοσιαλισμό, αριστερός ριζοσπαστικός μεταρρυθμισμός- αλλοιώνονται, τότε πράγματι, κινδυνεύει να υπάρξει διάσπαση της πολιτικής ενότητας, της συλλογικότητας και της λειτουργίας του κόμματος”. Σε συνέντευξή του στα χθεσινά «Νέα» κάνει ένα ακόμη, μάλλον ποιοτικό βήμα, ζητώντας την απεμπλοκή του ΣΥΝ από τον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ επαναλαμβάνει ότι υπάρχει κίνδυνος διάσπασης του Συνασπισμού. Ο Φώτης Κουβέλης έθεσε για άλλη μια φορά με δημόσιο τρόπο τις... κόκκινες γραμμές της τάσης του. Είναι, όμως, πράγματι πιθανή η εκδοχή της ρήξης στο συνέδριο του Συνασπισμού; Όσοι γνωρίζουν καλά τα της Κουμουνδούρου διστάζουν να δώσουν καταφατική απάντηση. Θέτουν, όμως, αρκετά ερωτήματα.
Η Ανανεωτική Πτέρυγα είναι εδώ και καιρό σε βαθιά κρίση. Αποδυναμωμένη πολιτικά και οργανωτικά, διασπασμένη μετά την αποχώρηση πολλών μελών της, αμήχανη μπροστά στις δραματικές εξελίξεις που ανέτρεψαν τον πυρήνα της πολιτικής της πρότασης, αναζητά νέο ρόλο εντός ή και εκτός κόμματος. Ορισμένα στελέχη της Πτέρυγας επιμένουν ότι ο κύκλος του Συνασπισμού έχει οριστικά κλείσει και χρειάζεται να αναζητηθεί άλλος πολιτικός δρόμος έκφρασης του συγκεκριμένου ρεύματος. Οι «πράσινες» αναζητήσεις, δηλαδή η με κάποιο τρόπο σύγκλιση με τους Οικολόγους Πράσινους, συγκινούν μέρος της Α.Π., αλλά όχι όλους. Άλλωστε, εδώ και καιρό και οι ίδιοι υποστηρίζουν ότι απουσιάζει το πολιτικό σχέδιο ή ότι είναι εγκλωβισμένοι μέσα σε αδιέξοδα. Σημαντικό μέρος της κομματικής τους βάσης είτε απομακρύνεται, είτε προτείνει μετ‘ επιτάσεως την αποχώρηση από τον Συνασπισμό. Η ηγεσία της Ανανεωτικής Πτέρυγας πιέζεται από το κλίμα, αλλά και από τα διλήμματα που η ίδια έχει δημιουργήσει και θέσει. Στον ηγετικό πυρήνα, υπάρχουν αυτοί που επιμένουν ότι «ο Συνασπισμός είναι το σπίτι μας» και αυτοί που υιοθετούν ακραίες λύσεις. «Ήρθε η ώρα της αποχώρησης» λένε, θέτοντας ως κατάλληλη χρονική στιγμή τη λήξη του συνεδρίου.
Η μη εκλογή του Φώτη Κουβέλη, ως συνέδρου με δικαίωμα ψήφου από την οργάνωση Καλλιθέας, ενίσχυσε τις τάσεις φυγής, αλλά και αυτούς στο εσωτερικό της «πτέρυγας», που εδώ και καιρό είναι με το ενάμιση πόδι έξω από το κόμμα. Ούτε οι δηλώσεις αλληλεγγύης του προέδρου του κόμματος Αλέξη Τσίπρα, δεν μπόρεσαν να κατευνάσουν την... οργή των «ανανεωτικών». Ο Σπύρος Λυκούδης μίλησε για αθλιότητα, ενώ δεν άφησε στο απυρόβλητο την ηγεσία. Μίλησε για διχαστικό κλίμα, για προπηλακισμούς που οδηγούν μέλη του κόμματος σε αποχώρηση, αλλά και για ευθύνες που είναι δεδομένες με την απόφαση για συνέδριο. Ο ίδιος ο Φώτης Κουβέλης μίλησε για μιζέρια και είπε ότι το κόμμα βρίσκεται μακριά από αυτά που αξιώνει η κοινωνία. Η Αριστερή Ανασύνθεση, που τα μέλη της... ανέλαβαν την ευθύνη της μη εκλογής Φ. Κουβέλη από την οργάνωση Καλλιθέας, με ανακοίνωσή της υπενθύμισε μια σειρά από δηλώσεις που έχει κάνει το τελευταίο διάστημα ο Φ. Κουβέλης. Στην ίδια ανακοίνωση ασκούν κριτική στην ηγεσία του κόμματος «...Δυστυχώς, για άλλη μια ακόμα φορά η ηγεσία του κόμματος έχει λάθος στόχο. Με την άνευ προηγουμένου νεοαυταρχική τακτική της και τα συντονισμένα δημοσιεύματα επιτίθεται στην μικρότερη τάση του κόμματος, χωρίς να κάνει τον κόπο να εξηγήσει γιατί και πώς η βάση του κόμματος καταψήφισε τον σ. Φώτη Κουβέλη...»
Η Ανανεωτική Πτέρυγα, μάλλον, βρίσκεται μπροστά σε ένα κρίσιμο δίλημμα. Ή θα παραμείνει στο κόμμα, αναζητώντας και εκβιάζοντας ισορροπίες και συμβιβασμούς, αποδεχόμενη όμως στην πράξη τον μειοψηφικό της ρόλο, ή θα κάνει το αποφασιστικό βήμα της αποχώρησης, που για πολλούς -ακόμα και στο εσωτερικό της- είναι βήμα στο κενό. Δύσκολα κανείς μπορεί να φανταστεί τον Φώτη Κουβέλη, για παράδειγμα, να γίνεται συναρχηγός των οικολόγων - πρασίνων ή να αναζητά στις σημερινές συνθήκες σημεία σύγκλισης με το ΠΑΣΟΚ.

Ανάγκη νέου ενωτικού και προωθητικού πλαισίου για τον ΣΥΡΙΖΑ

Την ανάγκη ενός νέου πολιτικού πλαισίου του ΣΥΡΙΖΑ, που θα επιβεβαιώνει τα ήδη συμφωνηθέντα και ταυτόχρονα θα τα επικαιροποιεί, προτείνουν αρκετοί εντός του σχήματος, ώστε να υπάρξει ένα νέο ξεκίνημα. Ένα νέο ξεκίνημα που θα στηρίζεται στην συλλογικότητα, την επανάκτηση της εμπιστοσύνης και της αλληλεγγύης ανάμεσα στις δυνάμεις που τον συναποτελούν. Άλλωστε, οι οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις δεν αφήνουν και πολλά περιθώρια για να συνεχιστούν τα φαινόμενα κρίσης, που πλέον είναι ορατά σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα.
Οι αυξημένοι τόνοι αντιπαράθεσης εντός του ΣΥΡΙΖΑ, οι σοβαρές καθυστερήσεις στην υλοποίηση αποφάσεων, η αδράνεια ως προς τις εντελώς απαραίτητες δράσεις στη συγκυρία, αλλά και οι πολλές και διαφορετικές εκφορές πολιτικού λόγου, στήνουν σκηνικό αναντίστοιχο με τις απαιτήσεις των καιρών. Κοινή διαπίστωση όλων, ωστόσο, είναι ότι λείπουν όσα περιμένει εύλογα ο κόσμος του ΣΥΡΙΖΑ, που έχει επενδύσει σε αυτή την προσπάθεια. Πολλές από τις δημόσιες τοποθετήσεις ή τις κινήσεις που γίνονται, τροφοδοτούν το κλίμα άγονης εσωστρέφειας ή διαμορφώνουν συνθήκες που ευνοούν ξεχωριστές διαδρομές. Υπό αυτή την έννοια είναι εύλογες οι ανησυχίες των μελών του ΣΥΡΙΖΑ, που παρακολουθούν, χωρίς να μπορούν να παρέμβουν, σε εξελίξεις που δυναμιτίζουν τη συνοχή του.
Οι ξεχωριστές συγκεντρώσεις, οι πολιτικές κινήσεις που δεν έχουν προκύψει μέσα από συλλογικές διαδικασίες, όπως, για παράδειγμα, η συνάντηση με τον Αντώνη Σαμαρά, οι αλληλοκαταγγελίες έχουν αποδυναμώσει τη λειτουργία του ΣΥΡΙΖΑ, που περιορίζεται κυρίως σε κινήσεις κορυφής, παρά τις προσπάθειες πολλών τοπικών οργανώσεων για εξωστρεφή πολιτική και κοινωνική δράση.
Απτό δείγμα της δημόσιας εικόνας του ΣΥΡΙΖΑ και οι δημοσκοπήσεις. Οι περισσότερες τοποθετούν τον ΣΥΡΙΖΑ στα όρια της εισόδου στη Βουλή. Προφανώς, δεν μπορεί να αποτελεί δικαιολογία η κατάρρευση ολόκληρου του πολιτικού συστήματος. Το αντίθετο, η αριστερά, κυρίως η κινηματική, η ριζοσπαστική, θα μπορούσε έξω από το κάδρο του συστήματος να αναπνεύσει, κυρίως όμως να συσπειρώσει ευρύτερα κοινωνικά στρώματα, να οργανώσει τις αντιστάσεις, τα δίκτυα αλληλεγγύης, να αποτελέσει την κινητήρια δύναμη των αγώνων.
Ευθύνες εντοπίζονται σε όλες τις πλευρές, σίγουρα όχι εξίσου μοιρασμένες. Ευθύνες εντοπίζονται σε όσους δεν συνέβαλαν στην υλοποίηση της απόφασης «ΣΥΡΙΖΑ παντού». Θα ήταν άλλη η εικόνα αν είχε συγκροτηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ δημοκρατικά, αν τα μέλη του είχαν στα χέρια τους το εγχείρημα. Ευθύνες εντοπίζονται σε όσους αμφισβητούν συνεχώς, σε όσους βάζουν κόκκινες γραμμές, σε όσους αφήνουν να αιωρούνται απειλές αποχώρησης, αλλά και σε όσους ανέχονται τέτοιες πρακτικές. Αλλά και σε όσους υποτιμούν την ανάγκη τόνωσης της συλλογικότητας, και προτιμούν να προβάλλουν τη δική τους κομματική σημαία, βάζοντας σε δοκιμασία το κοινό σπίτι. Η απόφαση του «Mετώπου» να διοργανώσει πολιτική συγκέντρωση στο γήπεδο του Σπόρτιγκ, με πανελλαδική κινητοποίηση, σε αυτή την κατηγορία θα μπορούσε να καταταχθεί. Όταν, μάλιστα, πραγματοποιείται λίγες μέρες μετά την από κοινού αποφασισμένη συγκέντρωση στις 14 Μαΐου. Ας φανταστούμε τι εντύπωση θα προκαλούσε αν την ίδια απόφαση είχε πάρει ο Συνασπισμός, η ΑΝΑΣΑ ή οι Ενεργοί Πολίτες...
Υπάρχει πολιτικός χρόνος για να αντιστραφούν όλα αυτά; Περιορισμένος, αλλά υπάρχει. Και σε αυτόν τον ελάχιστο πολιτικό χρόνο χρειάζεται να γίνουν πολλά. Να ανατραπούν πολλά. Πρώτη προϋπόθεση να γίνει κατανοητό ότι το εγχείρημα ανήκει σε όλο τον ΣΥΡΙΖΑ και όχι σε λίγους, εκλεκτούς. Η εποχή των κινήσεων κορυφής πρέπει να κλείσει οριστικά. Η δεύτερη, μάλλον είναι αυτονόητη. Ο λαός της κρίσης, ο κόσμος της εργασίας, του μόχθου, οι χιλιάδες άνεργοι και άνεργες, οι νέοι, οι εντός - εκτός, οι αποκλεισμένοι, οι αόρατοι, όπως σωστά είχε ειπωθεί, δεν δικαιολογούν μια αριστερά αμήχανη και εσωστρεφή, δεν τους αφορά. Η αριστερά ή θα συμμερίζεται έμπρακτα την αγωνία τους και θα είναι δίπλα τους ή θα μοιάζει απελπιστικά με τους πρωταγωνιστές ενός πολιτικού συστήματος που δείχνει να σαπίζει και να καταρρέει.

Πάνος Λάμπρου

Κυριακή 16 Μαΐου 2010

Ποιά αριστερά χρειαζόμαστε στις σημερινές συνθήκες

Σαν το ψάρι στο νερό...


*Μπο­ρεί η α­ρι­στε­ρά, με βά­ση τις νέες κοι­νω­νι­κές συν­θή­κες που δια­μορ­φώ­νο­νται, με τη δο­μή, με την έως τώ­ρα λει­τουρ­γία της, να α­ντα­πο­κρι­θεί στα κα­θή­κο­ντά της;
Ελέ­νη Πορ­τά­λιου: Η μορ­φή της δι­κής μας α­ρι­στε­ράς, του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ δη­λα­δή, εί­ναι α­να­ντί­στοι­χη με την ε­πί­θε­ση που δέ­χε­ται η συ­ντρι­πτι­κή πλειο­ψη­φία του κό­σμου. Οφεί­λε­ται σε συσ­σω­ρευ­μέ­να προ­βλή­μα­τα, στον τρό­πο που α­πο­μα­κρύν­θη­κε σι­γά σι­γά α­πό την κοι­νω­νία, πα­ρό­τι οι άν­θρω­ποί της συμ­με­τέ­χουν ό­που υ­πάρ­χουν συλ­λο­γι­κό­τη­τες και ε­στίες α­ντί­στα­σης. Αν, λοι­πόν, πού­με ό­τι η κοι­νω­νία πρέ­πει να α­να­συ­νταχ­θεί, θα πρέ­πει να α­να­συ­νταχ­θεί και η ί­δια η α­ρι­στε­ρά. Ήδη υ­πάρ­χουν ορ­γα­νώ­σεις, π.χ. τα πρω­το­βάθ­μια σω­μα­τεία, που εκ­φρά­ζουν τον κό­σμο της ερ­γα­σίας σε πρω­το­γε­νές ε­πί­πε­δο. Μια τέ­τοια πε­ρί­πτω­ση εί­ναι και οι α­διό­ρι­στοι κα­θη­γη­τές, που εμ­φα­νί­στη­καν στη ΝΕΤ και προ­σπά­θη­σαν να θέ­σουν το ζή­τη­μα ό­τι “ως ερ­γα­ζό­με­νοι δεν εί­μα­στε σκου­πί­δια και δεν μπο­ρεί­τε να μας πε­τά­ξε­τε στο δρό­μο”. Υπάρ­χουν τμή­μα­τα της κοι­νω­νίας, που με τα νέα μέ­τρα βρί­σκο­νται σε τρα­γι­κή κα­τά­στα­ση και χρειά­ζε­ται να αυ­τοορ­γα­νω­θούν. Αλλά και τα πα­ρα­δο­σια­κά σχή­μα­τα, συν­δι­κά­τα, προο­δευ­τι­κοί δή­μοι, έ­χουν να παί­ξουν ση­μα­ντι­κό ρό­λο. Βε­βαίως εί­ναι γρα­φειο­κρα­τι­κά, βε­βαίως εί­ναι α­πο­δυ­να­μω­μέ­να και πο­λι­τεύο­νται συ­νή­θως σύμ­φω­να με τα συμ­φέ­ρο­ντα μιας ε­παγ­γελ­μα­τι­κής τά­ξης συν­δι­κα­λι­στών ή αυ­το­διοι­κη­τι­κών πα­ρα­γό­ντων, ό­μως οι νέες συν­θή­κες δη­μιουρ­γούν κά­ποιες δυ­να­τό­τη­τες και σε αυ­τούς τους χώ­ρους.
Μι­χά­λης Σπουρ­δα­λά­κης: Οι δρα­μα­τι­κές ε­ξε­λί­ξεις κά­νουν το πρό­βλη­μα της έλ­λει­ψης ι­σχυ­ρού πο­λι­τι­κού υ­πο­κει­μέ­νου της α­ρι­στε­ράς πο­λύ έ­ντο­νο. Οι κοι­νω­νι­κός κα­τα­με­ρι­σμός ερ­γα­σίας έ­χει αλ­λά­ξει άρ­δην, συ­νε­πώς, η πο­λι­τι­κή έκ­φρα­ση του κό­σμου της ερ­γα­σίας που μας εν­δια­φέ­ρει πρέ­πει να α­πο­τυ­πω­θεί με άλ­λο πο­λι­τι­κό και ορ­γα­νω­τι­κό τρό­πο. Ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ εί­ναι έ­να δύ­σκο­λο εγ­χεί­ρη­μα διό­τι προ­σπα­θεί να συν­θέ­σει δια­φο­ρε­τι­κές πα­ρα­δό­σεις και ε­μπει­ρίες της α­ρι­στε­ράς κά­τω α­πό α­ντί­ξο­ες συν­θή­κες. Η η­γε­μο­νία του νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού σε ό­λα τα ε­πί­πε­δα εί­ναι πλή­ρης. Η α­ρι­στε­ρά προ­σπα­θεί να βρει θε­τι­κή ε­νέρ­γεια και να προ­χω­ρή­σει. Αλλά εί­ναι πο­λύ δύ­σκο­λο αν δεν α­πο­σα­φη­νί­σει τη στρα­τη­γι­κή της. Και η στρα­τη­γι­κή της πρέ­πει να υ­περ­βαί­νει τη στρα­τη­γι­κή της πα­ρα­δο­σια­κής α­ρι­στε­ράς. Μια α­ρι­στε­ρά που α­να­ζη­τού­σε τη νο­μι­μο­ποίη­σή της μέ­σα α­πό τη συμ­με­το­χή της στους θε­σμούς ή τη συ­γκρό­τη­σή της μέ­σα α­πό την πλή­ρη α­πόρ­ρι­ψη των θε­σμών. Η σύν­θε­ση εί­ναι α­να­γκαία, αλ­λά και ε­δώ υ­πάρ­χουν προ­βλή­μα­τα, κα­θώς έ­χου­με μια α­ρι­στε­ρά που θεω­ρεί ό­τι μπο­ρεί να συ­γκρο­τη­θεί μό­νο σε έ­να ε­πί­πε­δο: ή μέ­σα α­πό τα κι­νή­μα­τα ή μέ­σα α­πό τους θε­σμούς και αυ­τές οι δια­φο­ρε­τι­κές προ­σεγ­γί­σεις συ­νυ­πάρ­χουν και μέ­σα στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Αυ­τό πρέ­πει να αλ­λά­ξει. Αυ­τή η στρα­τη­γι­κή εί­ναι που ο­δή­γη­σε την α­ρι­στε­ρά να συμ­με­τέ­χει στο δι­κομ­μα­τι­κό σύ­στη­μα δια­κυ­βέρ­νη­σης. Η α­ρι­στε­ρά και στις δύο της εκ­δο­χές, θα έ­λε­γα ό­τι εί­ναι θε­σμι­κή. Δί­νει προ­τε­ραιό­τη­τα στους θε­σμούς έ­να­ντι της κοι­νω­νίας. Όμως, αυ­τή η λο­γι­κή έ­φτα­σε σε α­διέ­ξο­δο κα­θώς με την πλή­ρη κρα­τι­κο­ποίη­ση και του ΠΑ­ΣΟΚ και της Ν.Δ. η κοι­νω­νία α­να­ζη­τά διέ­ξο­δο, θέ­λει να εκ­φρα­στεί.
Άλκης Ρή­γος: Το πρό­βλη­μα δεν εί­ναι μό­νο ελ­λη­νι­κό. Αν ή­ταν μό­νο ελ­λη­νι­κό θα ή­ταν ί­σως πιο εύ­κο­λες και οι α­πα­ντή­σεις. Το πρό­βλη­μα εί­ναι πα­νευ­ρω­παϊκό. Η α­ρι­στε­ρά σε ό­λο τον ευ­ρω­παϊκό χώ­ρο βρί­σκε­ται σε κρί­ση φε­ρεγ­γυό­τη­τας. Προ­σω­πι­κά δεν πι­στεύω ό­τι ο νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμός η­γε­μο­νεύει. Τη δε­κα­ε­τία του ΄90 πράγ­μα­τι η­γε­μό­νευε. Τό­τε εί­χε η­γε­μο­νι­κό ρό­λο. Σή­με­ρα εί­ναι α­πλώς κυ­ρίαρ­χος. Και ε­πει­δή μέ­νει μό­νο στη κυ­ριαρ­χία εί­ναι στυ­γνό­τε­ρος. Εδώ και τριά­ντα χρό­νια το μο­νε­τα­ρι­στι­κό μο­ντέ­λο κα­τά­φε­ρε να δια­βάλ­λει κά­θε έν­νοια συλ­λο­γι­κό­τη­τας. Κα­τά­φε­ρε να πε­ρά­σει την α­ντί­λη­ψη ό­τι οι λύ­σεις εί­ναι α­το­μι­κές και ό­χι συλ­λο­γι­κές. Σε αυ­τό το πε­δίο, ό­λες οι εκ­δο­χές της α­ρι­στε­ράς δεν κα­τόρ­θω­σαν να αρ­θρώ­σουν έ­να ε­πι­χεί­ρη­μα υ­πέρ­βα­σης αυ­τής της α­ντί­λη­ψης. Αντί­θε­τα -σε αρ­κε­τές πε­ρι­πτώ­σεις- ό­που συμ­με­τεί­χαν στη δια­χεί­ρι­ση, ή­ταν χει­ρό­τε­ροι δια­χει­ρι­στές. Δυ­στυ­χώς, το έ­χου­με δει σε δή­μους, σε συν­δι­κά­τα, σε πο­λι­τι­κές εκ­φρά­σεις. Έχου­με, λοι­πόν, πρό­βλη­μα φε­ρεγ­γυό­τη­τας. Αυ­τή η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, την ώ­ρα της κρί­σης, που δεν εί­ναι μό­νο οι­κο­νο­μι­κή, κα­τα­γρά­φει έ­να κε­νό. Και το κε­νό αυ­τό α­φο­ρά και την α­ρι­στε­ρά. Να πού­με ό­τι α­ρι­στε­ρά, ό­ποια μορ­φή κι αν πά­ρει, θα υ­πάρ­χει ό­σο υ­πάρ­χει κα­τα­πίε­ση αν­θρώ­που α­πό άν­θρω­πο. Κά­ποια μορ­φή α­ρι­στε­ράς θα υ­πάρ­χει, κά­ποια μορ­φή α­ντί­στα­σης...

“Οι πά­νω, οι κά­τω...”

*Άρα, α­φή­νεις α­νοι­χτό το εν­δε­χό­με­νο, να προ­κύ­ψουν νέα σχή­μα­τα στο χώ­ρο της α­ρι­στε­ράς.
Α.Ρ.: Βε­βαίως.
Το α­να­φέ­ρεις γε­νι­κά ή με βά­ση και τη συ­γκυ­ρία;
Α.Ρ.: Προ­φα­νώς και με βά­ση τη συ­γκυ­ρία. Αρι­στε­ρά θα υ­πάρ­χει ό­σο υ­πάρ­χει κοι­νω­νι­κή εκ­με­τάλ­λευ­ση, ό­σο υ­πάρ­χουν φαι­νό­με­να αλ­λο­τρίω­σης. Πρέ­πει να δού­με τους γε­νε­σιουρ­γούς λό­γους δη­μιουρ­γίας της α­ρι­στε­ράς. Να ξα­να­δού­με τα ο­ρά­μα­τα ε­λευ­θε­ρίας που έ­φε­ρε. Για­τί εί­ναι σω­στή η δια­πί­στω­ση ό­τι η α­ρι­στε­ρά πε­ριο­ρί­στη­κε στη συμ­με­το­χή της στους θε­σμούς. Το κοι­νω­νι­κό το ά­φη­σε ή το α­ντι­με­τώ­πι­σε ως δια­χεί­ρι­ση. Υπάρ­χει, λοι­πόν, η α­νά­γκη υ­πέρ­βα­σης. Να δού­με ό­λες αυ­τές τις διά­σπαρ­τες πρω­το­βου­λίες, τις κοι­νω­νι­κές α­ντι­στά­σεις, που πράγ­μα­τι υ­πάρ­χουν, αλ­λά ό­χι με την α­ντί­λη­ψη “ε­γώ α­πό πά­νω”, αλ­λά με την α­ντί­λη­ψη “ό­λοι μα­ζί”. Ακούω κα­μιά φο­ρά το α­πα­ρά­δε­κτο για την ι­δε­ο­λο­γία της α­ρι­στε­ράς “να πά­με στις μά­ζες”. Πρώ­τον η λέ­ξη μά­ζες εί­ναι α­πα­ρά­δε­κτη και δεύ­τε­ρον δεν πάω κά­που, ή εί­μαι ή δεν εί­μαι. Δεν μπο­ρεί να λέ­γε­ται “να πά­με κά­τω” ή “να α­κού­σου­με τους α­πό κά­τω”. Τι εί­ναι αυ­τό; Εμείς εί­μα­στε κά­τι άλ­λο; Εμείς πρέ­πει να εί­μα­στε μέ­σα στην κοι­νω­νία, σαν το ψά­ρι στο νε­ρό.
Ε.Π.: Η η­γε­σία του Συ­να­σπι­σμού πρω­τευό­ντως, αλ­λά και του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ δευ­τε­ρευό­ντως, δεν α­κούει τον κό­σμο της. Όλους ε­μάς που εί­μα­στε σε έ­να με­τε­ρί­ζι, που δια­μορ­φώ­νου­με θέ­σεις, που συμ­με­τέ­χου­με στην ορ­γά­νω­ση α­ντι­στά­σεων, δεν μας α­κούει, μας πα­ρα­κά­μπτει. Και δια­βου­λεύε­ται σε ε­πί­πε­δο συ­σχε­τι­σμών για να μπο­ρέ­σει να βγά­λει έ­να μέ­σο ό­ρο, ο ο­ποίος εί­ναι τό­σο α­νε­νερ­γός, τό­σο έ­ξω α­πό τις πε­ρι­στά­σεις, που δεν πεί­θει ού­τε ε­μάς τους ί­διους. Το ό­τι ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ δεν εί­χε γραμ­μή στη συ­γκυ­ρία, υ­πό την έν­νοια ό­τι δεν μπο­ρού­σε να ε­ξη­γή­σει τι ση­μαί­νουν ό­λα αυ­τά τα μέ­τρα, το ό­τι δεν υ­πάρ­χει μια στρα­τη­γι­κή σε βά­θος χρό­νου και α­ντί­στοι­χα μια πο­λι­τι­κή πρό­τα­ση για το ποιος συ­γκε­κρι­μέ­να θα πλη­ρώ­σει την κρί­ση, εί­ναι α­πο­τέ­λε­σμα της η­γε­τι­κής α­δυ­να­μίας ή και α­δια­φο­ρίας. Εί­μα­στε γυ­μνοί.

Να ξα­να­δού­με
τη στρα­τη­γι­κή μας


Μ.Σ.: Αν και συμ­φω­νώ με τις πα­ρα­τη­ρή­σεις της Ελέ­νης, θα ή­θε­λα να δια­τυ­πώ­σω κά­ποιες δι­καιο­λο­γίες για την η­γε­σία. Εί­ναι η ορ­γά­νω­ση ε­κεί­νη που πα­ρά­γει την η­γε­σία και πα­ρά­γει αυ­τές τις λο­γι­κές. Η πα­ρα­τή­ρη­ση του Άλκη ό­τι το πρό­βλη­μα της α­ρι­στε­ράς δεν εί­ναι ελ­λη­νι­κό εί­ναι χρή­σι­μη. Άλλω­στε και η κρί­ση δεν εί­ναι μό­νο δι­κή μας. Και αυ­τό έ­χει με­γά­λη ση­μα­σία. Και έ­χει ση­μα­σία για να χα­ρά­ξου­με στρα­τη­γι­κή. Η στρα­τη­γι­κή αυ­τή θα πρέ­πει να ξε­κι­νή­σει με την α­νά­δει­ξη των ρή­ξεων, διαι­ρε­τι­κών το­μών, των α­να­τρο­πών που θα ε­πι­φέ­ρει αυ­τή η κρί­ση. Το πο­λι­τι­κό σκη­νι­κό της χώ­ρας θα εί­ναι άλ­λο μέ­σα στους ε­πό­με­νους μή­νες. Κα­τά συ­νέ­πεια η σκε­πτό­με­νη α­ρι­στε­ρά πρέ­πει να σκε­φτεί που α­πευ­θύ­νε­ται και ποιες θα εί­ναι οι συμ­μα­χίες που θα ε­πι­διώ­ξει. Και να μι­λή­σει πρώ­τα με ό­ρους κοι­νω­νι­κούς και με­τά με ό­ρους πο­λι­τι­κούς.
Την Τε­τάρ­τη εί­χα­με το τρα­γι­κό γε­γο­νός με τους τρεις αν­θρώ­πους που έ­χα­σαν τη ζωή τους, αλ­λά η πο­ρεία ή­ταν με­γα­λειώ­δης. Δεν νο­μί­ζω ό­τι ό­λοι αυ­τοί που έ­βγα­λαν τα πα­πού­τσια τους και τα πέ­τα­γαν στην α­στυ­νο­μία έ­ξω α­πό τη Βου­λή ή­ταν ό­λοι α­ρι­στε­ροί ή ψη­φί­ζουν ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Ού­τε νο­μί­ζω ό­τι ψη­φί­ζουν ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ ή Α­ΝΤΑΡ­ΣΥΑ ό­σοι συμ­με­τέ­χουν στα πρω­το­βάθ­μια σω­μα­τεία. Ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ πρέ­πει να κά­νει, ξε­κι­νώ­ντας α­πό την κοι­νω­νία, μια αμ­φί­πλευ­ρη διεύ­ρυν­ση, προς τα α­ρι­στε­ρά και προς τη βά­ση του ΠΑ­ΣΟΚ. Να αρ­χί­σει μέ­σα στην κοι­νω­νία, στα κι­νή­μα­τα και ταυ­τό­χρο­να μέ­σα α­πό πο­λι­τι­κές πρω­το­βου­λίες. Υπάρ­χει πε­δίο και αυ­τός εί­ναι ο Καλ­λι­κρά­της. Με τον Καλ­λι­κρά­τη, δεν θα κο­πούν μό­νο θέ­σεις ερ­γα­σίας, που εί­ναι πά­ρα πο­λύ ση­μα­ντι­κό, δεν εί­ναι μό­νο ό­τι θα πε­ριο­ρι­στούν τα χρή­μα­τα στην αυ­το­διοί­κη­ση, αλ­λά ό­τι ου­σια­στι­κά εί­ναι η νέα διοι­κη­τι­κή ορ­γά­νω­ση της α­να­διορ­γά­νω­σης του κα­πι­τα­λι­σμού και του πο­λι­τι­κού συ­στή­μα­τος. Χρειά­ζε­ται να δου­λέ­ψου­με α­πό τώ­ρα χω­ρίς προ­κα­τα­λή­ψεις και χω­ρίς να μπού­με στη λο­γι­κή ό­τι πά­με να κα­τα­γρά­ψου­με τις δυ­νά­μεις μας. Με προϋπό­θε­ση να έ­χου­με ά­πο­ψη για τη συ­γκυ­ρία και να δί­νου­με έ­να ό­ρα­μα. Δεν εί­ναι μό­νο ό­τι κά­ποιοι η­γέ­τες δεν μας α­κούν, αλ­λά δεν έ­χου­με κα­τα­φέ­ρει να κά­νου­με ευ­χά­ρι­στη στους πο­λί­τες την ε­να­σχό­λη­ση με την πο­λι­τι­κή. Να έρ­θει να συμ­με­τά­σχει και να συν­δια­μορ­φώ­σει. Αν δεν το κά­νου­με δεν θα μπο­ρέ­σου­με να προ­χω­ρή­σου­με. Για να γί­νει χρειά­ζε­ται να αλ­λά­ξου­με νοο­τρο­πία, να αλ­λά­ξου­με και τις ορ­γα­νω­τι­κές μας δο­μές, αλ­λά και τη στρα­τη­γι­κή μας, η ο­ποία πρέ­πει να εί­ναι και στο ε­πί­πε­δο της αλ­λη­λεγ­γύης και και στο πο­λι­τι­κό ε­πί­πε­δο με α­ντί­στοι­χες πρω­το­βου­λίες. Όλα δεί­χνουν ό­τι οι δε­σμοί χα­λα­ρώ­νουν και ό­τι η πο­λι­τι­κή α­πο­στα­σιο­ποίη­ση των πο­λι­τών για το κε­ντρι­κό πο­λι­τι­κό παι­χνί­δι θα εί­ναι τε­ρά­στια. Εμείς πρέ­πει να πα­ρέμ­βου­με, να ε­πα­να­πο­λι­τι­κο­ποιή­σου­με και να πα­ρου­σιά­σου­με πρό­γραμ­μα διε­ξό­δου.

Ο αρ­χη­γι­σμός,
το έλ­λειμ­μα δη­μο­κρα­τίας


*Αν εί­χα­με τη δυ­να­τό­τη­τα με μια κί­νη­ση να αλ­λά­ξου­με κά­τι στα της α­ρι­στε­ράς, ποιο θα ή­ταν;
Α.Ρ.: Σε αυ­τό τον τό­πο κυ­ριαρ­χεί μια μι­κρο­α­στι­κή λο­γι­κή, η ο­ποία θεω­ρεί τα πά­ντα ως παι­χνί­δι προ­σώ­πων. Και δυ­στυ­χώς έ­να τμή­μα και της δι­κής μας α­ρι­στε­ρής η­γε­σίας, λει­τουρ­γεί με αυ­τόν τον τρό­πο. Έχου­με έ­ναν πα­ρα­γο­ντι­σμό, ο ο­ποίος μας στε­ρεί φε­ρεγ­γυό­τη­τα. Μας στε­ρεί ε­μπι­στο­σύ­νη. Δη­μιουρ­γεί­ται η αί­σθη­ση ό­τι αυ­τό γί­νε­ται για να γί­νει κά­ποιος βου­λευ­τή ή κά­ποιος άλ­λος αρ­χη­γός ή πα­ρά­γο­ντας της δι­κής του ο­μά­δας κ.λπ. Δεν μπο­ρεί να ε­πα­να­κτή­σου­με τη φε­ρεγ­γυό­τη­τα, ό­ντας μέ­σα στην κυ­ρίαρ­χη στην κοι­νω­νία μι­κρο­α­στι­κή α­ντί­λη­ψη.

*Ένα πα­ρά­δειγ­μα;

Α.Ρ.: Δεν μπο­ρεί να εί­ναι φε­ρέγ­γυα μια ε­φη­με­ρί­δα της α­ρι­στε­ράς, η ο­ποία την Κυ­ρια­κή της Πρω­το­μα­γιάς έ­χει άρ­θρο ε­πί­λε­κτου μέ­λους του Δι­κτύου 21, το ο­ποίο κα­ταγ­γέλ­λου­με ε­δώ και χρό­νια.

*Σε ποιον α­να­φέ­ρε­σαι;


Α.Ρ.: Στον Χρ. Λα­ζα­ρί­δη. Αμέ­σως, ο άν­θρω­πος που εί­ναι ευαι­σθη­το­ποιη­μέ­νος σε ζη­τή­μα­τα ε­θνι­κι­σμού, πα­γώ­νει. Πό­σω πε­ρισ­σό­τε­ρο που ο κ. Λα­ζα­ρί­δης εί­ναι α­πό τους συμ­βού­λους του Αν. Σα­μα­ρά.
Μ.Σ.: Δεν εί­ναι το κα­λύ­τε­ρο πα­ρά­δειγ­μα. Υπάρ­χει και το γνω­στό “πα­ραι­τού­μαι, δεν πα­ραι­τού­μαι...”
Α.Ρ.: Σύμ­φω­νοι, ό­λο το παι­χνί­δι η­γε­σίας στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, το ο­ποίο δη­μιούρ­γη­σε μια τε­ρά­στια α­φε­ρεγ­γυό­τη­τα, ή­ταν α­πο­τέ­λε­σμα αυ­τής της μι­κρο­α­στι­κής λο­γι­κής. Όσο δη­μιουρ­γού­με ει­δι­κά με­γέ­θη με­τα­ξύ μας, δη­μιουρ­γού­με α­φε­ρεγ­γυό­τη­τα μέ­σα στην κοι­νω­νία. Το δεύ­τε­ρο εί­ναι ό­τι η α­ρι­στε­ρά πρέ­πει να λει­τουρ­γεί μέ­σα στην κοι­νω­νία και ό­χι να την κα­θο­δη­γεί. Η α­ρι­στε­ρά έ­χει μά­θει να κα­θο­δη­γεί. Κά­ποια στιγ­μή πρέ­πει να μά­θει να ο­δη­γεί­ται. Και μό­νο αν συ­νει­δη­το­ποιή­σει αυ­τό που γί­νε­ται γύ­ρω της μπο­ρεί να το εκ­φρά­σει.
Ε.Π.: Η ι­στο­ρι­κή α­ρι­στε­ρά έ­χει πά­ρει δια­ζύ­γιο με τη δη­μο­κρα­τία. Εί­τε με κα­θα­ρό στα­λι­νι­σμό, εί­τε με στα­λι­νι­σμό με αν­θρώ­πι­νο πρό­σω­πο, πο­ρεύε­ται χω­ρίς η­θι­κό έρ­μα. Χρειά­ζε­ται να πραγ­μα­το­ποιη­θεί αυ­τή τη στιγ­μή της κρί­σης, μια δη­μο­κρα­τι­κή ε­πα­νά­στα­ση μέ­σα στην ί­δια την α­ρι­στε­ρά ώ­στε να μπο­ρεί να α­ντι­με­τω­πί­σει δη­μο­κρα­τι­κά τον λαό της κρί­σης. Η α­ρι­στε­ρά πρέ­πει να συ­ντε­θεί. Δεν εί­ναι δυ­να­τόν να υ­πάρ­χουν μα­γα­ζιά, πα­ρα­μά­γα­ζα, η­γέ­τες, πα­ρά­γο­ντες, που να ε­ρί­ζουν διαρ­κώς με­τα­ξύ τους. Η ει­κό­να αυ­τή εί­ναι θλι­βε­ρή. Εί­ναι η αί­σθη­ση ό­τι δεν υ­πάρ­χει η­θι­κή α­πέ­να­ντι στα μεί­ζο­να προ­βλή­μα­τα που α­πα­σχο­λούν τη συ­ντρι­πτι­κή πλειο­ψη­φία του κό­σμου. Άρα, υ­πάρ­χει ζή­τη­μα ε­νό­τη­τας. Ενό­τη­τα μέ­σα στη δη­μο­κρα­τία, ε­νό­τη­τα μέ­σα στο σε­βα­σμό του κό­σμου. Θυ­μά­μαι με­ρι­κά συν­θή­μα­τα του γαλ­λι­κού Μάη, ό­πως: «Ο λαός πή­ρε το λό­γο, ό­πως εί­χε πά­ρει το 1789 τη Βα­στί­λη». «Ξαφ­νι­κά ή­θε­λαν ό­λοι να μι­λή­σουν και ό­λοι εί­χαν κά­τι να πουν». Οι άν­θρω­ποι πρέ­πει να μι­λή­σουν για να δρά­σουν. Πρέ­πει να δρά­σουν και ταυ­τό­χρο­να να μι­λή­σουν. Αυ­τό το πρό­τυ­πο του δια­λό­γου, της τα­πει­νό­τη­τας και τη σε­μνό­τη­τας, πρέ­πει να το δεί­χνει και η η­γε­σία που υ­πάρ­χει σή­με­ρα στην α­ρι­στε­ρά. Και ε­πί­σης, να σέ­βε­ται ό­σα έ­χει δη­μιουρ­γή­σει ο κό­σμος της. Για­τί αι­σθα­νό­μα­στε σαν τον Σί­συ­φο, αι­σθα­νό­μα­στε ό­τι διαρ­κώς γε­μί­ζου­με έ­να κά­δο που α­φαι­ρούν τον πά­το του. Υπάρ­χει πρό­βλη­μα δη­μο­κρα­τίας και πρέ­πει να λυ­θεί τώ­ρα. Για­τί αν δεν λυ­θεί δεν θα μπο­ρέ­σου­με να α­ντα­πο­κρι­θού­με στην κρί­ση.

Μια νέα δη­μο­κρα­τι­κή
ορ­γά­νω­ση


Μ.Σ.: Χρειά­ζε­ται να αλ­λά­ξου­με την ορ­γά­νω­ση στη βά­ση των νέων συν­θη­κών. Να φτιά­ξου­με νέα ορ­γά­νω­ση δη­μο­κρα­τι­κή, συμ­με­το­χι­κή για την πα­ρα­γω­γή πο­λι­τι­κής. Πα­ρα­γω­γή πο­λι­τι­κής που θα κρα­τά τις πε­τριές της α­ρι­στε­ράς, θα βά­ζει στο παι­χνί­δι την κι­νη­μα­τι­κή α­ρι­στε­ρά που τό­σο και­ρό τη φο­βό­μα­σταν, θα βά­ζει στο παι­χνί­δι την κοι­νω­νία που τό­σο πο­λύ την έ­χει φο­βη­θεί το σύ­στη­μα δια­κυ­βέρ­νη­σης. Αν το κά­νου­με αυ­τό θα προ­χω­ρή­σου­με. Θα μπο­ρέ­σου­με να α­ντι­στα­θού­με στις ε­πι­θέ­σεις που θα δε­χτού­με. Νο­μί­ζω, άλ­λω­στε, ό­τι το μέ­τω­πο που ε­πι­τί­θε­ται κα­τά της δι­κής μας α­ρι­στε­ράς έ­χει διευ­ρυν­θεί. Δεν εί­ναι τυ­χαίος ο α­κτι­βι­σμός και ο υ­περ­βο­λι­κός ερ­γα­τι­σμός του ΚΚΕ, με κι­νή­σεις και πρω­το­βου­λίες, οι ο­ποίες θυ­μί­ζουν πε­ρισ­σό­τε­ρο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ -αλ­λά εί­ναι εκ του α­σφα­λούς- και πο­λύ λι­γό­τε­ρο την πα­ρά­δο­ση του ΚΚΕ. Και α­να­φέ­ρο­μαι στη δρα­στη­ριό­τη­τα στο λι­μά­νι του Πει­ραιά, στο πα­νό στην Ακρό­πο­λη κ.λπ. Όταν η δι­κή μας νε­ο­λαία α­νέ­βη­κε στην Ακρό­πο­λη, στην καρ­διά της μά­χης, στις 16 Δε­κεμ­βρίου του 2008, κα­τά τη γε­νι­κή γραμ­μα­τέα του ΚΚΕ χαϊδεύα­με τα αυ­τιά των κου­κου­λο­φό­ρων και ταυ­τι­ζό­μα­σταν με την τυ­φλή βία των μπά­χα­λων. Τώ­ρα α­νέ­βη­καν στην Ακρό­πο­λη αυ­τοί, αλ­λά τα­χτο­ποιη­μέ­να, η­σύ­χως. Προ­σπα­θούν, με άλ­λα λό­για να πε­ρι­χα­ρα­κώ­σουν και να ο­ρί­σουν τι εί­ναι α­ρι­στε­ρά. Να κρα­τή­σουν όρ­θιο το μο­να­στή­ρι και αν πεί­σουν και κά­ποιον άλ­λον κα­λό­γε­ρο έ­χει κα­λώς... Και βε­βαίως να βγά­λει ε­μάς ε­κτός πο­λι­τι­κού και δη­μο­κρα­τι­κού τό­ξου. Από την άλ­λη πλευ­ρά δε­χό­μα­στε και θα δε­χτού­με α­κό­μα πε­ρισ­σό­τε­ρες ε­πι­θέ­σεις α­πό τις δυ­νά­μεις που συ­γκρο­τούν σή­με­ρα τη δια­κυ­βέρ­νη­ση του δι­κομ­μα­τι­σμού, που εί­ναι ΠΑ­ΣΟ­Κ, Ν.Δ. και ΛΑ­ΟΣ. Άρα, ε­μείς πρέ­πει να α­πο­φα­σί­σου­με ό­τι θέ­λου­με μια νέα δη­μο­κρα­τι­κή ορ­γά­νω­ση, χω­ρίς μι­κρό­τη­τες, χω­ρίς μι­κρο­ε­γωι­σμούς και ι­δε­ο­λο­γι­κούς πα­λι­μπαι­δι­σμούς. Καί­γε­ται η κοι­νω­νία μας και ό­ταν καί­γε­ται η κοι­νω­νία, θα πά­ρω τον τε­νε­κέ με το νε­ρό για να σβή­σω τη φω­τιά και α­πό τον πα­σό­κο και α­πό τον νε­ο­δη­μο­κρά­τη που έ­χα­σε τη δου­λειά του και α­πό αυ­τόν που μέ­χρι χθες κα­θό­ταν στον κα­να­πέ.
Ε.Π.: Να πω για την ι­στο­ρία ό­τι το πρώ­το πα­νό που α­ναρ­τή­θη­κε στην Ακρό­πο­λη ή­τα­ν κα­τά της διε­ξα­γω­γής των Ολυ­μπια­κών Αγώ­νων στην Αθή­να, ό­ταν η Κα­μπά­νια Αντι-2004 έ­δι­νε μά­χη σε έ­να πε­ρι­βάλ­λον ε­θνι­κής ο­μο­ψυ­χίας γύ­ρω α­πό τη νέα με­γά­λη ι­δέα. Και εί­ναι ση­μα­ντι­κό αυ­τό για­τί την πε­ρίο­δο ε­κεί­νη άρ­χι­σε η κα­πι­τα­λι­στι­κή α­να­διάρ­θρω­ση, της ο­ποίας τα α­πο­τε­λέ­σμα­τα βλέ­που­με σή­με­ρα. Να πω, ε­πί­σης, ό­τι ο Καλ­λι­κρά­της πέ­ραν του ό­τι α­πο­λύει χι­λιά­δες ερ­γα­ζο­μέ­νων και κα­τε­δα­φί­ζει το κοι­νω­νι­κό κρά­τος, ε­πι­διώ­κει να βγά­λει την α­ρι­στε­ρά ε­κτός θε­σμι­κού, πο­λι­τι­κού παι­χνι­διού. Το ε­κλο­γι­κό σύ­στη­μα δεν ε­πι­τρέ­πει σε μι­κρές κοι­νω­νι­κές και πο­λι­τι­κές δυ­νά­μεις ού­τε καν να θέ­σουν υ­πο­ψη­φιό­τη­τα.
Α.Ρ.: Αυ­τή η πο­ρεία δεί­χνει ό­τι ο κα­πι­τα­λι­σμός για άλ­λη μια φο­ρά μπρο­στά σε μια κρί­ση δη­μιουρ­γεί τις δο­μές υ­πέρ­βα­σής της υ­πέρ του. Τις δύο προ­η­γού­με­νες με­γά­λες κρί­σεις ο κα­πι­τα­λι­σμός της κέρ­δι­σε και α­να­διαρ­θρώ­θη­κε. Και οι αμ­φι­σβη­τη­σια­κές δυ­νά­μεις έ­μει­ναν πί­σω. Εί­μα­στε σε μια τρί­τη με­γά­λη κρί­ση. Συ­νε­πώς ή θα μπο­ρέ­σου­με να α­πα­ντή­σου­με α­να­τρέ­πο­ντας τη λο­γι­κή που ε­κεί­νος θέ­τει ή θα εί­ναι για ό­λους μας πο­λύ δύ­σκο­λα. Και για να μην αυ­το­μα­στι­γω­νό­μα­στε, εί­μα­στε ο πρώ­τος χώ­ρος που μί­λη­σε για την ε­περ­χό­με­νη κρί­ση, εί­μα­στε ο μό­νος χώ­ρος που έ­χει ε­ναλ­λα­κτι­κές προ­τά­σεις, αλ­λά που δυ­στυ­χώς δεν τις εκ­φρά­ζου­με αυ­τήν τη στιγ­μή και λέ­με γε­νι­κό­λο­γα πράγ­μα­τα. Και έ­χου­με προ­τά­σεις. Εί­μα­στε ο μο­να­δι­κός χώ­ρος που α­να­φέ­ρε­ται σε προ­τά­σεις πα­νευ­ρω­παϊκής διε­ξό­δου.

*Το πρώ­το πράγ­μα που πρέ­πει να κά­νει η α­ρι­στε­ρά ποιο εί­ναι; Εί­ναι να συ­γκρο­τή­σει τον πο­λι­τι­κό της λό­γο, εί­ναι να ξα­να­δεί τη λει­τουρ­γία της;
Α.Ρ.: Να κερ­δί­σει τη φε­ρεγ­γυό­τη­τά της, αλ­λά και ό­λα μα­ζί. Εί­ναι και αυ­τό και ε­κεί­νο, με πρω­ταρ­χι­κό το η­θι­κό πρό­ταγ­μα. Να ξα­να­θυ­μη­θού­με την ά­νοι­ξη του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ που την α­φή­σα­με πί­σω για στε­νο­κομ­μα­τι­κούς λό­γους. Δεν υ­πάρ­χει άλ­λος χώ­ρος...
Μ.Σ.: Αυ­τή η προ­σπά­θεια δεν μπο­ρεί να εί­ναι α­πο­τέ­λε­σμα προ­σω­πι­κών πο­λι­τι­κών και ε­πι­λο­γών, αλ­λά πρέ­πει να εί­ναι η α­πο­πνέ­ου­σα κουλ­τού­ρα ό­λων των συλ­λο­γι­κο­τή­των μας. Γι‘ αυ­τό δί­νω βά­ρος, ό­πως ό­λοι μας, σε αυ­τήν τη συ­ζή­τη­ση, στη συ­γκρό­τη­ση του πο­λι­τι­κού υ­πο­κει­μέ­νου, που θα εκ­φρά­σει το θυ­μό και θα ορ­γα­νώ­σει την ελ­πί­δα. Και αυ­τό πρέ­πει να το κά­νει και συμ­με­το­χι­κά και δη­μιουρ­γι­κά και με μια κουλ­τού­ρα που θα πα­ρά­γει και θα εγ­γυά­ται την η­θι­κή, που α­νέ­φε­ρε προ­η­γου­μέ­νως ο Άλκης.
Ε.Π.: Συμ­φω­νώ. Ενώ μας λεί­πουν πολ­λά, έ­χου­με ταυ­τό­χρο­να πολ­λές ε­μπει­ρίες συμ­με­το­χής και δρά­σης στην κοι­νω­νία με τρό­πους πο­λύ δη­μο­κρα­τι­κούς και α­πο­τε­λε­σμα­τι­κούς.
Α.Ρ.: Έλε­γε ο Γκράμ­σι: Αν η α­νά­λυ­σή μας ο­δη­γεί σε α­παι­σιο­δο­ξία, η δρά­ση μας πρέ­πει να ο­δη­γή­σει σε αι­σιο­δο­ξία.


Τη συ­ζή­τη­ση συ­ντό­νι­σε
ο Πά­νος Λά­μπρου

Η τρομοϋστερία δεν θα περάσει Η απάντηση στην οικονομική κρίση είναι στους δρόμους

Από την περασμένη εβδομάδα γινόμαστε θεατές ενός αστυνομικού θρίλερ, νέα, εκσυγχρονισμένη κόπια του 2002, κατά το οποίο η αυθαιρεσία από τη μεριά του κράτους πλέκει το γνωστό σενάριο συντήρησης του τρόμου με τίτλο «Υπόθεση εξάρθρωσης της οργάνωσης Επαναστατικός Αγώνας». Διαρροή πληροφοριών από την αντιτρομοκρατική, επιχειρησιακό σχέδιο εξάρθρωσης της ΕΛ.ΑΣ με εισβολές σε σπίτια, χώρους δουλειάς συγγενών και φίλων των συλληφθέντων, σωρεία παραβιάσεων των δικαιωμάτων τους και μια φαντασμαγορική εκστρατεία από κουκουλοφόρους κομάντο, ελικόπτερα και φονικά παπάκια στο πάρκο της Ναυαρίνου και στην Κυψέλη. Δημόσια, μέσα από αυτό το θέαμα μιλούν δημοσιογράφοι που ως άξιοι συνδιαμορφωτές της αστυνομικής «αλήθειας» εμπλουτίζουν την υπόθεση με ρεπορτάζ στοχοποίησεων, εισβολές σε σπίτια με κάμερες, ακατάσχετη ονοματολογία και δημοσιοποιήσεις προσωπικών στοιχείων των εμπλεκομένων ή μη στην υπόθεση ατόμων. Ένα τρομολαγνικό σκηνικό με φόντο την ποινικοποίηση των προσωπικών σχέσεων, τις τηλεφωνικές παρακολουθήσεις, την κινδυνολογία και τις πρώιμες καταδίκες.

Εμείς οι νέοι και οι νέες της ΑΚΟΑ από τη συμμετοχή μας στη συλλογική, ανοιχτή και μαζική δράση, στα κινήματα, τη διεκδίκηση και την υπεράσπιση των δικαιωμάτων, τον αγώνα μας για ελευθερία και δημοκρατία στεκόμαστε αντίθετοι σε όποια προσπάθεια περιορισμού των ατομικών και συλλογικών δικαιωμάτων. Σε μια συγκυρία που η οικονομική κρίση πλήττει τη νεολαία και τα δικαιώματά της, που η παρέμβαση του Δ.Ν.Τ θα επιβάλλει τον τρόμο στις ζωές μας, δεν δεχόμαστε την καταστολή των δικαιωμάτων για διεκδίκηση μιας καλύτερης ζωής.

Απαίτηση μας είναι να τηρούνται πάντα και με σχολαστικότητα τα δικαιώματα όλων όσοι με οποιονδήποτε τρόπο φέρονται εμπλεκόμενοι σε μία ερευνώμενη υπόθεση. Τα δικαιώματα συνιστούν αυτόνομο αγαθό που δεν πρέπει να συμψηφίζεται, όπως συχνά κάνει η κυβέρνηση. Δεν υπάρχει έδαφος για καμία εκδοχή του δόγματος «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Η νεολαία που διεκδικεί και εξεγείρεται δεν είναι εχθρός της δημοκρατίας αλλά υπερασπιστής της. Οι νέοι και νέες της ΑΚΟΑ, θα συνεχίσουμε να δείχνουμε έμπρακτα την αλληλεγγύη μας σε όποιον και όποια υφίσταται οποιαδήποτε μορφή αυθαιρεσίας και καταπάτησης των δικαιωμάτων του.

Νέες και νέοι της ΑΚΟΑ
27/4/2010

Φοιτητικές εκλογές εν μέσω... «αυτομόρφωσης»


Aλλη μια εκλογική μάχη προ των πυλών. Οι φοιτητές, τόσο των ΤΕΙ όσο και των ΑΕΙ, καλούνται την Τετάρτη, 19 Μαΐου, να επιλέξουν τη φοιτητική παράταξη και τους εκπροσώπους της που θα αναλάβουν να σχεδιάσουν και να ασκήσουν διοίκηση μέσα στα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Καλούνται να διαλέξουν ανάμεσα στον δρόμο της αμφισβήτησης και της πρότασης για ένα καλύτερο μέλλον, ή του συμβιβασμού, των πελατειακών σχέσεων, και της υποβάθμισης του δημόσιου χαρακτήρα της Παιδείας, σε μια εποχή που όλα είναι ρευστά.

Στα στενά του Καλλικράτη και του «σοσιαλισμού»

Οι επόμενες χρονιές προβλέπονται δύσκολες για την ανώτατη εκπαίδευση. Καλλικράτης, υποχρηματοδότηση των ιδρυμάτων, ΚΕΣ (Κέντρα Ελευθέρων Σπουδών), είναι αναφορικά, τα προβλήματα που σε συνδυασμό με το ΔΝΤ και τα νέα μέτρα, θα αποδεκατίσουν μια για πάντα την Παιδεία. Ο Καλλικράτης, και η συνένωση των δήμων θα περιορίσει τα περιφερειακά ιδρύματα, συγχωνεύοντας τα με ιδρύματα του κέντρου. Τα «μεγάλα» ιδρύματα θα ζητήσουν «γη και ύδωρ» από τα «μικρά» ώστε ο πτυχιούχος, η προπτυχιακός φοιτητής να μην έχουν κανένα απολύτως δικαίωμα στην αγορά εργασίας. Τα επαγγελματικά δικαιώματα θα περιοριστούν, τα πτυχία θα υποβαθμιστούν, οι ωρομίσθιοι καθηγητές θα απολυθούν, τα εργαστήρια δεν θα έχουν χώρο για αρκετούς φοιτητές, και το παιχνίδι θα συνεχίζεται μέχρι και ο τελευταίος φοιτητής να λυγίσει και να οδηγηθεί στα ΚΕΣ. Στα ΚΕΣ όπου εκεί με ελάχιστα χρήματα, σε σχέση με αυτά που είχε δώσει ως φοιτητής σε ένα Δημόσιο Πανεπιστήμιο, θα αποφοιτήσει με πλήρη επαγγελματικά δικαιώματα, και βέβαια αναγνωρίσιμο πτυχίο στην αγορά εργασίας.
Ο «Σοσιαλισμός» των τελευταίων μηνών, μπορεί να κατάργησε τη βάση του 10, να υπέγραψε νέες συμβάσεις καθηγητών, να «έδωσε» επαγγελματικά δικαιώματα σε σχολές που δεν είχαν, θολώνοντας τα νερά, παρόλα αυτά όμως, έκανε περικοπές στην παιδεία, σκέπτεται να καταργήσει το άσυλο, και εν τέλει να οδηγήσει τα ιδρύματα στην απόλυτη παρακμή τους, ώστε τα ιδιωτικά κολέγια να έχουν πια τον πρώτο λόγο.

Ούτε βήμα πίσω

Η Ριζοσπαστική Αριστερά, με εκπρόσωπο την Αριστερή Ενότητα, καλείται να αναμετρηθεί για άλλη μια φορά με τις δυνάμεις του νεοφιλελευθερισμού, οι οποίες προωθούν και στηρίζουν τα νέα μέτρα, που μόνο στόχο έχουν τη χάραξη ενός αβέβαιου μέλλοντος, χωρίς αξιοπρέπεια για τους φοιτητές όλων των βαθμίδων.
Η ΑΡΕΝ, ένα σχήμα νέο σχετικά στην πολιτική σκηνή των ΑΕΙ και ΤΕΙ , έπαιξε καθοριστικό ρόλο στους φοιτητικούς αγώνες. Κατέβηκε στο δρόμο, διεκδίκησε και διεκδικεί τα αυτονόητα για την παιδεία. Διεκδικεί ενιαία τριτοβάθμια εκπαίδευση με ισχυρά προγράμματα σπουδών, με επαγγελματικά δικαιώματα και επαρκή αριθμό μόνιμου εκπαιδευτικού προσωπικού. Κατάργηση των κολεγίων, με αύξηση του κρατικού προϋπολογισμού για τα ΑΕΙ και ΤΕΙ, και στήριξη των αδύναμων τμημάτων της περιφέρειας.
Φωνάξαμε και κατεβήκαμε στο δρόμο εναντία στο νόμο πλαίσιο, που ευθύνεται για τον περιορισμό των δωρεάν βιβλίων μας, για τις διαγραφές των φοιτητών μετά από ένα χρονικό όριο.
Τα προηγούμενα χρόνια, που κατακλύζαμε τους δρόμους κατά της αναθεώρησης του άρθρου 16, μας αποκαλούσαν ταραξίες και μειοψηφίες, φανερώνοντας το φόβο τους απέναντι στα κινήματα. Τώρα με τα νέα μέτρα και την είσοδο του ΔΝΤ ήρθε η ώρα να μας ξαναφοβηθούν. Μαζί με τους εργαζόμενους και κάθε αγωνιζόμενο κομμάτι αυτής της κοινωνίας να φωνάξουμε ότι δεν κάνουμε βήμα πίσω από τις διεκδικήσεις μας.

Δημήτρης Ντούζγος-Μούρτζος

ΣΥΝΕΧΙΖΟΝΤΑΙ ΟΙ ΡΑΤΣΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΘΕΣΕΙΣ


Το χρώμα του ρατσισμού είναι το χρώμα του αίματος

Μέ­ρες βίας έ­χουν χα­ρα­κτη­ρι­στεί οι τε­λευ­ταίες βδο­μά­δες. Βέ­βαια, οι πο­λι­τι­κοί αρ­χη­γοί που συμ­με­τεί­χαν στη σύ­σκε­ψη που πραγ­μα­το­ποιή­θη­κε την προ­η­γού­με­νη Δευ­τέ­ρα α­να­φέρ­θη­καν στη «βία» των δια­δη­λώ­σεων, στη «βία των κου­κου­λο­φό­ρων» και α­δια­φό­ρη­σαν, για μία α­κό­μα φο­ρά, για τους με­τα­νά­στες που δέ­χο­νται κα­θη­με­ρι­νά, πλέ­ον, ρα­τσι­στι­κές ε­πι­θέ­σεις. «Η κοι­νω­νία προ­ε­τοι­μά­ζει το έ­γκλη­μα. Ο ε­γκλη­μα­τίας το δια­πράτ­τει», εί­χε πει κά­πο­τε ο Β. Ου­γκώ. Η δι­κή μας κοι­νω­νία έ­χει ε­δώ και και­ρό ε­ντά­ξει στα ό­ριά της τη ρα­τσι­στι­κή βία και οι φα­σί­στες τη δια­πράτ­τουν. Κα­θη­με­ρι­νά στις ει­δή­σεις, στα πρω­το­σέ­λι­δα ε­φη­με­ρί­δων, στα κα­φε­νεία συ­ζη­τιέ­ται το «πρό­βλη­μα των ξέ­νων» που έ­χουν «πά­ρει τις δου­λείες μας», «έ­χουν μαυ­ρί­σει τις πλα­τείες», «μας κλέ­βουν», «μας σκο­τώ­νουν» και άλ­λα τέ­τοια ευ­φυο­λο­γή­μα­τα. Τι και αν οι ε­πί­ση­μες στα­τι­στι­κές δεν ε­πι­βε­βαιώ­νουν τί­πο­τα τέ­τοιο, ο μέ­σος Έλλη­νας δέ­χε­ται την α­λή­θεια που λαϊκί­στι­κα του προ­σφέ­ρε­ται.
Αυ­τή εί­ναι μία α­πό τις αι­τίες που την Πρω­το­μα­γιά η Χρυ­σή Αυ­γή ε­πι­τέ­θη­κε α­προ­κά­λυ­πτα σε κα­τα­στή­μα­τα με­τα­να­στών και ξυ­λο­κό­πη­σε ό­ποιον πε­τύ­χαι­νε στο διά­βα της. Αυ­τή εί­ναι μία α­πό τις αι­τίες που αυ­τή η εί­δη­ση δεν ξε­σή­κω­σε ορ­δές κό­σμου ε­νά­ντια στον ρα­τσι­σμό και τη βία. Εξαι­τίας της κα­τά­ντιας της κοι­νω­νίας μας οι ξυ­λο­δαρ­μοί συ­νε­χί­ζο­νται κα­θη­με­ρι­νά και αυ­ξά­νο­νται με μα­θη­μα­τι­κή πρόο­δο. Τε­λευ­ταία θύ­μα­τα δυο Αφγα­νοί πρό­σφυ­γες που βρέ­θη­καν στο ά­ντρο του φα­σι­σμού, στον Άγιο Πα­ντε­λεή­μο­να, τα ξη­με­ρώ­μα­τα της πε­ρα­σμέ­νης Τρί­τη, οι ει­κο­σά­χρο­νοι Ρα­σούλ Αχμα­ντί και Φα­ουά­ντ Μπα­γιά­ζ, που πή­γαι­ναν για δου­λειά. Μία ο­μά­δα «α­γα­να­κτι­σμέ­νων πο­λι­τών» ε­πι­τέ­θη­κε στους Αφγα­νούς με ξύ­λα, πέ­τρες και κα­ρέ­κλες στέλ­νο­ντάς τους στο νο­σο­κο­μείο με σπα­σμέ­να δό­ντια και πολ­λα­πλά τραύ­μα­τα στο κε­φά­λι, τα χέ­ρια και τα πό­δια.
Και αυ­τή η θη­ριω­δία, πι­θα­νό­τα­τα, θα πα­ρα­μεί­νει α­τι­μώ­ρη­τη α­φού ό­πως κα­ταγ­γέλ­λει και το Κυ­ρια­κά­τι­κο Σχο­λείο Με­τα­να­στών, «η η­γε­σία του Υπουρ­γείου Προ­στα­σίας του Πο­λί­τη δεν α­σχο­λεί­ται με τις κα­ταγ­γε­λίες συ­γκά­λυ­ψης των φα­σι­στι­κών ε­πι­θέ­σεων α­πό το Το­πι­κό Αστυ­νο­μι­κό Τμή­μα (που δεν κα­τα­γρά­φει τις κα­ταγ­γε­λίες των θυ­μά­των, ε­νώ δεν α­ντα­πο­κρί­νε­ται και στις ε­πα­νει­λημ­μέ­νες εκ­κλή­σεις βοή­θειας Αφγα­νών κα­τα­στη­μα­ταρ­χών που α­πει­λού­νται α­πό τους φα­σί­στες να κλεί­νουν τα μα­γα­ζιά τους στις 3 αλ­λιώς θα τους τα σπά­σουν). Έτσι οι φα­σί­στες πή­ραν το πρά­σι­νο φως να κλι­μα­κώ­σουν τη ρα­τσι­στι­κή βία με α­πο­τέ­λε­σμα τα ση­με­ρι­νά αί­σχη». Αυ­τή τη δυ­στο­κία της Αστυ­νο­μίας κα­ταγ­γέλ­λουν και οι βου­λευ­τές του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ με ε­ρώ­τη­σή τους στον υ­πουρ­γό Προ­στα­σίας του Πο­λί­τη, ζη­τώ­ντας να εκ­πο­νη­θεί ά­με­σα έ­να α­πο­τε­λε­σμα­τι­κό σχέ­διο πρό­λη­ψη και α­ντι­με­τώ­πι­σης της ρα­τσι­στι­κής βίας. Φω­νή βοώ­ντος; Θα δεί­ξει…

Ιωάν­να Δρό­σου

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΚΩΣΤΑ ΔΟΥΖΙΝΑ


«Η κρίση δεν αλλάζει μόνο τα οικονομικά μεγέθη, αλλάζει τις κοινωνικές σχέσεις των ανθρώπων»

Τη συνέντευξη πήραν
η Όλγα Μπαλαούρα
και η Αφροδίτη Μπαμπάση

*Βρισκόμαστε εν μέσω οικονομικής κρίσης, η έξοδος από την οποία φαίνεται μακρινή. Πώς θα χαρακτήριζες τη σημερινή κοινωνικοπολιτική συγκυρία;
-Η οικονομική κρίση έχει επιπτώσεις σε όλα τα επίπεδα της ζωής: στο οικονομικό, στην πολιτική και στην οργάνωση της ψυχικής ισορροπίας των ανθρώπων. Ο τρόπος οργάνωσης της κοινωνικοπολιτικής συγκυρίας δείχνει ότι δεν πρόκειται για μια κρίση με την έννοια μιας αλλαγής περισσότερο ή λιγότερο σημαντικής κάποιων πραγμάτων που μετά θα ισορροπήσουν, αλλά για ένα συνολικό γράψιμο από την αρχή του τρόπου οργάνωσης της κοινωνίας, αλλά και των σχέσεων των ανθρώπων μέσα σ’ αυτή. Με αυτή την έννοια είναι πολύ πιο βαθιά η αλλαγή από τις αλλαγές των κοινωνικο-εργασιακών δικαιωμάτων.


*Πρόκειται, δηλαδή, για έναν επαναπροσδιορισμό του κοινωνικού ιστού;
Αναφέρομαι σε έναν νέο κοινωνικό δεσμό. Σε έναν άλλο τρόπο με τον οποίο ερχόμαστε σε σχέση με τον εαυτό μας, με τον άλλον, με την κοινότητα και με τον κόσμο.


*Αυτό που είχε διαφανεί από τη δεκαετία του ’90 με την ολοκληρωτική επίθεση του νεοφιλελευθερισμού στα βασικά κύτταρα της κοινωνικής οργάνωσης;
-Τότε, πράγματι, έγινε κατανοητό, επειδή υπήρξαν σημαντικές ιδεολογικές τοποθετήσεις, που εξήγησαν αυτή τη λογική. Ωστόσο, φτάνει τώρα στην ωρίμανση και μετατρέπεται από ποσοτική σε ποιοτική αλλαγή. Το νεοφιλελεύθερο σχέδιο ξεκίνησε από πιο παλιά, το 1947, πριν τη δεκαετία του ’90, όταν σε ένα βουνό της Ελβετίας, το Μον Πελερέν, μαζεύτηκαν πολιτικοί φιλόσοφοι και οικονομολόγοι, μεταξύ τον οποίων ο Χάγιεκ και ο Φρίντμαν, οι οποίοι έφτιαξαν τη λεγόμενη Εταιρεία Μον Πελερέν. Αυτοί, λοιπόν, διατύπωσαν τη θέση ότι το New Deal στις ΗΠΑ και το κοινωνικό κράτος ήταν τελείως αντίθετα με την ανθρώπινη φύση, η οποία λειτουργεί μέσα από την έννοια της ελευθερίας, της οικονομικής πρωτοβουλίας και της κοινωνικής απεξάρτησης από το κράτος, προκειμένου να ενισχυθεί η επιχειρηματική πρωτοβουλία.


*Πώς γνώρισαν τέτοια επιτυχία οι ιδέες του Φρίντμαν και της «σχολής του Σικάγου» που ίδρυσε;
-Η επιτυχία του νεοφιλελεθευρισμού έγκειται στο ότι η ιδεολογία αυτή εμφανίστηκε ως ο μόνος τρόπος να καταλάβει κάποιος όχι μόνο την οργάνωση της οικονομίας, αλλά και τη λειτουργία της ανθρώπινης ύπαρξης. Στη δεκαετία του ’90, λοιπόν, επικράτησε μια μαθηματικοποίηση της οικονομίας, η οποία πέρασε και στην άσκηση της πολιτικής. Έτσι, η ανθρώπινη φύση παρουσιάζεται σαν ατομικιστική-ανταγωνιστική. Και η ελευθερία ορίζεται ως η έλλειψη εμποδίων, ως ελευθερία της επιλογής. Ενός διαφοροποιημένου δηλαδή καταναλωτισμού, της λογικής του life style, κατά την οποία η ελευθερία γίνεται συνώνυμη της ελευθερίας στην επιλογή προϊόντων μέσα από το μηχανισμό ενός επιθετικού μάρκετιγκ. Όλα αυτά, λοιπόν, κολλάνε στην δεκαετία του ’90, με την αρχική υιοθέτηση αυτών των απόψεων από την Θάτσερ και τον Ρέιγκαν. Σ’ ένα περιβάλλον, όμως, που αμύνεται ακόμα, το περιβάλλον του «μεταπολεμικού κοινωνικού συμβολαίου», στο οποίο υπήρχε μια σαφής αναγνώριση ότι πέραν της ελεύθερης αγοράς, της ανταγωνιστικότητας, της λογικής της ελευθερίας απέναντι στη κρατική παρέμβαση υπήρχε και ο χώρος του «κοινού καλού». Στον χώρο των κοινωνικών υπηρεσιών το «κοινό καλό» εμφανιζόταν με τρεις μορφές: υγεία, παιδεία, κοινωνική ασφάλιση.


*Πώς εξηγείται ένα καπιταλιστικό σύστημα να επιλέγει να προστατεύει τις κοινωνικές υπηρεσίες;
-Αυτός ο χώρος του «κοινού καλού» εκφράζει δύο λογικές. Μία ήταν το New Deal του Ρούσβελτ, που στόχευε στη «σωτηρία» του καπιταλισμού μετά το κραχ της δεκαετίας του ’30. Ο Ρούσβελτ προώθησε μια πολιτική που έλεγε ότι πρέπει να φτιαχτεί ένα δίκτυ ασφαλείας, πιο περιορισμένο ασφαλώς από της Ευρώπης, ώστε να μην πηδάνε και αυτοκτονούν οι άνεργοι από τους ουρανοξύστες. Μια αμυντική, δηλαδή, τακτική των αμερικάνικων και ευρωπαϊκών πολιτικών ελίτ απέναντι στην κατανόηση ότι ο καπιταλισμός δημιουργούσε τεράστιες περιοδικές κρίσεις και, επομένως, ολόκληρη η νομιμοποίηση του πολιτικοοικονομικού συστήματος διακυβευόταν. Πέραν, λοιπόν, της οικονομίας της αγοράς υπάρχει και ένα res publicum, ένα κοινό καλό, που απαιτεί συμμετοχή του κόσμου στις πολιτικές δραστηριότητες. Η δεύτερη μεγάλη κοιτίδα αυτών των μεταπολεμικών εξελίξεων ήταν το εργατικό κίνημα, το οποίο απαίτησε μετά από αγώνες (κυρίως στις μεγάλες δυτικές χώρες που ήταν ισχυρό και είχε σχέση με τα συνδικάτα και τα κόμματα εξουσίας, όπως το Εργατικό κόμμα στην Αγγλία, το Σοσιαλιστικό κόμμα στην Γαλλία, το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα στη Γερμανία) και κέρδισε ορισμένες βασικές προστασίες.


*Ποια είναι η σχέση του κοινωνικού φιλελευθερισμού με τον οικονομικό φιλελευθερισμό σήμερα;
-Μπορείς να είσαι υπέρ των δικαιωμάτων των γκέι κοινωνικά και οικονομικά κεϊνσιανός; Σε προσωπικό επίπεδο μπορείς. Για παράδειγμα σήμερα μπορείς να είσαι υπέρ των μέτρων και κατά τα άλλα να είσαι και με κάποια δικαιώματα. Το ερώτημα είναι βαθύτερο. Αυτός ο φιλελευθερισμός που ξεκίνησε με τον Χομπς, κυρίως, και λιγότερο με τον Λοκ, καθόρισε δύο αιώνες. Οι φιλελεύθεροι ήταν από την αρχή υπέρ της εισαγωγής αγορών σε όσο το δυνατόν περισσότερες υπηρεσίες, ούτως ώστε η αξία χρήσης των προϊόντων να καθορίζεται μόνο από τις αγορές. Ταυτόχρονα οι φιλελεύθεροι ήταν από την αρχή εναντίον της κοινωνικής πειθάρχησης. Παράδειγμα αποτελεί ο Τζον Στιούαρτ Μίλ, ο πρώτος φιλελεύθερος που μιλάει για το φεμινισμό. Έτσι, μέχρι την εμφάνιση του δημοκρατικού κινήματος, που βγαίνει από τους εργάτες και τα συνδικάτα και ζητάει δικαιώματα και ψήφο για όλη την κοινωνία, το φιλελεύθερο κίνημα είχε δύο αρχές: απελευθερώνουμε την οικονομία και απελευθερώνουμε τον άνθρωπο από τις κοινωνικές προκαταλήψεις και, κυρίως τις θρησκευτικές, δεσμεύσεις. Τώρα μας λένε ότι αυτές οι δύο πλευρές, ο κοινωνικός φιλελευθερισμός και ο οικονομικός φιλελευθερισμός δεν έχουν καμία σχέση. Αυτή η αντίληψη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το κέντρο της κοινωνίας και των κοινωνικών δεσμών είναι το άτομο. Το άτομο σε μια κατάσταση προκοινωνική, που έχει κάποια κοινά χαρακτηριστικά, τα οποία επιβάλλονται από εξωτερικές συνθήκες -το κράτος εν προκειμένω. Έτσι το σλόγκαν «Να είσαι ο εαυτός σου, να είσαι ο πρώτος, η απληστία είναι καλή» (“be yourself, be number one, greed is good”), που το έλεγαν χυδαία στη δεκαετία του ’90 στο περίφημο έργο «Γουόλ Στριτ», εντάσσεται στη γενικότερη φιλοσοφία του φιλελευθερισμού, μέχρι να δημιουργηθεί, στο οικονομικό πεδίο, η σύγκρουση μεταξύ φιλελευθερισμού και νεοφιλελευθερισμού. Με άλλα λόγια, η ελευθερία των αγορών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ξεκίνησαν μαζί.


*Αυτό το είδος οικονομικού και πολιτικού σωφρονισμού με ανεξέλεγκτες συνέπειες για τη ζωή των ανθρώπων αλλά και για τη δημοκρατία θα επιφέρει αλλαγές στο πολιτικό σύστημα;
-Αυτό που νομίζω ότι ακόμα και η αριστερά δεν έχει πλήρως κατανοήσει, είναι ότι εδώ δεν έχουμε απλώς μια οικονομική κρίση και μια μικρή αλλαγή των κοινωνικών συσχετισμών. Ο Χάρβεϊ και ο Βαλερστάιν εξηγούν πολύ καλά ότι αυτό που κάνει ο νεοφιλελευθερισμός από τη στιγμή που επιβάλλεται στο δυτικό κόσμο, είναι μια μαζική μεταφορά κεφαλαίου και εξουσίας, με την έννοια της προστασίας δικαιωμάτων, από τον εργαζόμενο κόσμο στις οικονομικές ελίτ, στο κεφάλαιο. Αυτό βλέπουμε τώρα με το ΔΝΤ, που έρχεται και λέει κάντε αυτά για να μειώσετε το χρέος, το έλλειμμα κ.τ.λ. Αυτό που συμβαίνει σήμερα στο πολιτικό επίπεδο, είναι η εγκατάλειψη του κοινωνικού συμβολαίου, που είχε θεμελιώσει τη μεταπολεμική Ελλάδα, αρχικά το δυτικό κόσμο, και τη μεταπολιτευτική λογική οργάνωσης της κοινωνίας, η οποία στηριζόταν στην αποδοχή των κοινωνικών εταίρων. Η εργασία, τα συνδικάτα, τα αριστερά κόμματα, που εκφράζουν κομμάτια του πληθυσμού, είναι με μια έννοια και αυτοί μέσα στο παιχνίδι, οπότε μπορούν να αγωνίζονται και να κερδίζουν περισσότερα δικαιώματα. Ήταν το κομμάτι αυτό της οργάνωσης που οι φιλελεύθεροι και οι πιο έξυπνοι σοσιαλδημοκράτες, μαζί και ο Χάμπερμας, το είχανε βάλει και σαν πρόταγμα της Ε.Ε. Η Ε.Ε εξευρωπάισε ένα μοντέλο πιθανόν γερμανικο-σοσιαλδημοκρατικό και λιγότερο γαλλικό. Από τη μια πλευρά είναι η ελεύθερη οικονομία, με τα ατομικά δικαιώματα που την ακολουθούν, και από την άλλη μια περισσότερο δημοκρατική αρχή. Αυτό επέτρεπε στις οικονομικές δυνάμεις να λειτουργούν επιχειρηματικά σωστά και να οδηγούν στην αύξηση του ΑΕΠ. Αλλά, από την άλλη πλευρά, για να νομιμοποιηθεί έπρεπε να αναγνωρίζει ορισμένα κοινωνικά δικαιώματα και όχι μόνο τα ατομικά δικαιώματα. Δεύτερον, έπρεπε να υπάρχει και μια δημοκρατική συμμετοχή, η οποία δεν είναι απλώς να ψηφίζουμε κάθε τέσσερα χρόνια, είναι μια συμμετοχή των κοινωνικών δυνάμεων, όπως για παράδειγμα της εργασίας. Αυτές είναι που αλλάζουν σήμερα. Αυτό που αλλάζει, δηλαδή, είναι ότι επιβάλλεται ένα καινούργιο κοινωνικό συμβόλαιο, στο οποίο οι δυνάμεις αυτές της αριστεράς, που εκφράζουν τα πιο αδύναμα εισοδηματικά κομμάτια του πληθυσμού και τους αποκλεισμένους, σταδιακά αποκλείονται από το παιχνίδι. Έτσι, δεν γίνεται διάλογος. Δεν υπάρχει μια δημόσια σφαίρα, αλλά οι βαρετά επαναλαμβανόμενοι ισχυρισμοί των «ειδικών».


*Στη δεκαετία του ’90 αρχίζει να αναδύεται μια νέα παγκόσμια αγορά δομημένη πάνω στα νέα χρηματιστηριακά παράγωγα. Ποιος ήταν ο ρόλος της στην τρέχουσα κρίση;
Αυτοί ήταν χρηματιστηριακοί μηχανισμοί που δημιουργούσαν κέρδη, δηλαδή τη δυνατότητα να βάλεις πέντε και να βγάλεις δέκα, αλλά είχαν μικρή σχέση με την πραγματική οικονομία. Αυτό που έκαναν ήταν ότι έπαιρναν πακέτα περιουσιακών στοιχείων (π.χ. δάνεια για σπίτια ή για επιχειρήσεις) και τα έβαζαν σε δευτερογενείς αγορές. Με αυτό τον τρόπο, ενώ η πραγματική οικονομία δεν μεγάλωνε, επομένως η βάση στην οποία στηριζόντουσαν αυτά τα χαρτιά ήταν στάσιμη, η συνεχής επαναδιαπραγμάτευσή τους σε νέα χρηματοοικονομικά πακέτα, δημιουργούσε νέα λεφτά. Αυτά τα λεφτά εμφανίστηκαν με την αύξηση του χρηματιστηρίου και με την άνοδο της αξίας της ακίνητης περιουσίας. Έτσι δημιουργήθηκαν τεχνητές αγορές, που δεν είχαν σχέση με πραγματικά περιουσιακά στοιχεία και επέτρεψαν στη δεκαετία του ’90 και μέχρι το 2008 να συνεχιστεί το μοντέλο της συναίνεσης, αφού αυτοί που δούλευαν και είχαν το δικό τους σπίτι, έβλεπαν να ανεβαίνει το βιοτικό τους επίπεδο. Ωστόσο, μεγάλωσε πολύ το ποσοστό αυτών που δεν ανήκαν στους έχοντες και κατέχοντες. Γιατί δεν μπορούσαν να μπουν ούτε στην αγορά γης ούτε στην χρηματιστηριακή αγορά. Τα 2/3 του πληθυσμού έγιναν το κομμάτι της συναίνεσης, ενώ το 1/3 είναι εκτός. Αυτή η οικονομική ανάπτυξη, με την έννοια δημιουργίας πλαστών κερδών με τη φούσκα του χρηματιστηρίου και της αξίας της γης, κατέρρευσε στις 15 Σεπτεμβρίου 2008, μαζί με τη Lehman Brothers. Οι φτωχοί Αμερικανοί δεν μπορούσαν να αποπληρώσουν τα δάνεια των σπιτιών τους. Τους τίτλους γι’ αυτά τα σπίτια τούς είχαν διαπραγματευτεί 4 ή 5 φορές και είχαν πια μικρή σχέση με κάποιο πραγματικό οικονομικό μέγεθος. Γι’ αυτό κατέρρευσε. Αυτή ήταν η μεγάλη απάτη, η οποία συζητήθηκε λόγω της οικονομικής κρίσης. Έτσι, λοιπόν, υπάρχει, πλέον, ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού, που δεν συμμετέχει σε αυτόν τον τρόπο βελτίωσης του εισοδήματος και το οποίο λόγω κρίσης μένει άνεργο και βγαίνει εκτός αστικής οργάνωσης και πειθάρχησης. Και η απάντηση έχει ήδη δοθεί από τον Ρίγκαν και τη Θάτσερ, που προβλέποντας αυτή την εξέλιξη, ξεκίνησαν από τη δεκαετία του ’80 μια τεράστια αύξηση των φυλακών (1 στους 10 Αφροαμερικανούς βρίσκεται φυλακή) και των νόμων καταστολής. Έτσι οδηγούμαστε στη περιθωριοποίηση μεγάλων κοινωνικών στρωμάτων, που δεν έχουν σε κάτι να ελπίζουν και οδηγούνται σε δράση μη αποδεκτή από το φιλελεύθερο κράτος. Και η απάντηση σε αυτό είναι η αύξηση της καταστολής.


*Με την κρίση βλέπουμε τις πόλεις να γίνονται πεδία νέων μορφών καταπίεσης και το φαινόμενο των αποκλεισμένων να εντείνεται. Ο φόβος απέναντι στον αποκλεισμένο-περιθωριοποιημένο θα γνωρίσει νέα ένταση;
-Αυτό μας πηγαίνει στη λογική του Αγκάμπεν, που λέει ότι το στρατόπεδο είναι ο νόμος της νεωτερικότητας. O νόμος με την έννοια της νομής. Μπορούμε να το πούμε και πολύ πιο απλά. Ένας βασικός τρόπος με τον οποίο αντιμετώπιζαν και αντιμετωπίζουν οι μεγάλες φιλελεύθερες κοινωνίες το πρόβλημα του αποκλεισμένου είναι με την οικοδόμηση ενός τείχους. Όπως στην Παλαιστίνη, το Μεξικό, τη Σαχάρα κλπ. Το άλλο είναι το χτίσιμο των μεταφορικών τειχών. Πέρα από τα κλειστά σύνορα δημιουργούνται και μέσα στην πόλη τείχη, «γκέτο». Η απάντηση στο οικονομικό και κοινωνικό πρόβλημα είναι ο περιορισμός των αποκλεισμένων σε συγκεκριμένες γειτονιές, πόλεις, περιοχές. Τα «γκέτο» αστυνομεύονται κρατώντας τον κόσμο μέσα σαν ένα μεγάλο κλουβί. Η Ομόνοια είναι μία επεκταμένη φυλακή. Υπάρχουν, βέβαια, στην Αμερική και τα «γκέτο των πλουσίων» (“gaded communities”), όπου μεγάλες κοινότητες πλουσίων έχουν γύρω-γύρω τοίχους και αστυνομία να τους προστατεύει. Αυτό είναι το φυσικό αποτέλεσμα του πολιτικο-οικονομικού σχεδιασμού. Οι προγραμματιστές του ξέρουν ότι κάποιος κόσμος δεν θα μπορέσει να συμμετάσχει και αντιμετωπίζεται σαν ζήτημα security και αστυνόμευσης


*Γιατί δεν υπάρχει συνολική αντίδραση σε αυτά τα μέτρα; Ποια θεωρείς ότι θα έπρεπε να είναι η στάση της αριστεράς;
Η Αριστερά είναι η σκέψη στην πράξη, η σκεπτόμενη δράση. Αν δεν αντιμετωπίζουμε μια τρέχουσα κρίση αλλά, μια ριζική, χρειάζεται διαφορετική πολιτική. Χρειάζεται η όξυνση της απονομιμοποίησης του πολιτικού συστήματος, της πολιτικής των ελίτ και, δεύτερον, προσέγγιση των κοινωνικών ομάδων που αποκολλούνται από την πολιτική τους ένταξη. Η αριστερά χρειάζεται ένα πατριωτικό μέτωπο, μια λογική που θα πει ότι αυτή τη στιγμή το πολιτικό πρόταγμα είναι η προσέγγιση εκείνων των ομάδων που αισθάνονται πια ότι και η ζωή τους οικονομικά, αλλά και η γενικότερη πολιτική και ηθική τους ύπαρξη βρίσκεται σε διακινδύνευση. Ότι, δηλαδή, τίποτα δεν είναι σταθερό, ή, όπως έλεγε και ο Μαρξ, «αυτά που είναι σταθερά διαλύονται στον αέρα».


*Προτείνεις, δηλαδή, μια ευρύτερη συναίνεση των κομμάτων της αριστεράς, προκειμένου να ανατραπεί αυτή η πολιτική.
Η αριστερά θα πρέπει να αναζητήσει μια μεγαλύτερη συναίνεση και συμμετοχή, που δεν βάζει το κομματικό συμφέρον ή το κομματικό υποκείμενο σαν το πρώτο δεδομένο, και να εγκαταλείψει, δεδομένης της άμεσης ανάγκης, τις εσωτερικές διαφορές, προκειμένου να φτιαχτεί ένα μεγαλύτερο κίνημα που να αμυνθεί. Τώρα έχουμε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Ναρκισσισμοί και ιδιοτέλειες αυτή τη στιγμή περισσεύουν. Η αριστερά οφείλει να αρχίσει να επιμένει ότι αυτό το πολιτικό σύστημα δεν έχει καμία αυτονομία από τη νεοφιλελεύθερη οικονομική ελίτ και ότι αυτό που χρειαζόμαστε δεν είναι ένα καινούριο κόμμα να πάρει την πρωτοβουλία, αλλά να υπάρξει μια γενικότερη κοινωνική αντίσταση. Ίσως χρειαζόμαστε μια αρχή. Η κυβέρνηση καταστρέφει τη δημοκρατία. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι μια ηγεμονική πολιτική. Σε κάθε πολιτική στιγμή υπάρχουν διάφοροι ανταγωνισμοί και διαμάχες και η αριστερά πρέπει να βρει τα συνθήματα και τα ιδεώδη που θα ενώσουν τον κόσμο πέρα από τις επιμέρους διαφωνίες. Το καθολικό εισάγεται πάντα από το ειδικό και συγκεκριμένο. Σήμερα μόνο η αριστερά μπορεί να μιλήσει εκ μέρους του καθολικού. Πρέπει επομένως ο αριστερός λόγος να γίνει εκπρόσωπος του καθολικού συμφέροντος, δηλαδή να αλλάξει η ίδια η αριστερά, για να αποκολλήσει τον κόσμο από τις σιγουριές δεκαετιών. Το «κοινό καλό» και η υπεράσπιση της δημοκρατίας μπορούν να γίνουν τέτοιες ηγεμονικές πολιτικές. Για μένα μια απάντηση είναι η απονομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος. O δεσμός του κόσμου με την επίσημη πολιτική είναι πάντα εύθραυστος και, όταν χάνεται, η δημοκρατική νομιμοποίηση ραγίζει. Αυτό το ράγισμα που βλέπουμε στο ΠΑΣΟΚ, στα συνδικάτα, στους εργαζόμενους, πρέπει να γίνει ρωγμή και χάσμα.